Έλληνες αγρότες στο Βερολίνο
10 Φεβρουαρίου 2024Μια βόλτα στα περίπτερα της αγροτικής έκθεσης Fruit Logistica του Βερολίνου, λίγες μόλις εβδομάδες μετά την Πράσινη Εβδομάδα, αρκεί για να καταλάβει κανείς τις προκλήσεις ενός παραγωγού: υψηλό κόστος παραγωγής, έλλειψη εργατικών χεριών, αδυσώπητος ανταγωνισμός τιμών, αναταράξεις στις εφοδιαστικές αλυσίδες από την πανδημία και τον πόλεμο στην Ουκρανία, ακριβή «πράσινη» μετάβαση και κλιματική αλλαγή.Όπως ανέφεραν όλοι ανεξαιρέτως οι αγρότες που συναντήσαμε στην Fruit Logistica τα ακραία καιρικά φαινόμενα είναι συχνότερα και το καλλιεργήσιμο έδαφος αλλάζει, επηρεάζοντας την ποσότητα και την ποιότητα της παραγωγής.
Η εικόνα όλων αυτών των προβλημάτων είναι γνωστή και ξεκάθαρη. Αποτελεί καθημερινότητα για τους παραγωγούς και στην Ελλάδα, όπως αναφέρει στην DW ο Αντώνης Πασχούλας, πρόεδρος του συνεταιρισμού ΑΣΕΠΟΠ Νάουσας που δραστηριοποιείται στην εμπορία και στις εξαγωγές φρούτων όπως ροδάκινα ΠΟΠ, κεράσια, βερίκοκα, δαμάσκηνα ή ακτινίδια. Ο ΑΣΕΠΟΠ ήταν ένας από τους 80 εκθέτες από την Ελλάδα. Όπως μας λέει ο Αντ. Πασχούλας, το 70% των φρούτων εξάγονται κυρίως στην Πολωνία και τη Λιθουανία, λιγότερα στη Γερμανία.
«Κάνοντας όμως μια βόλτα στα περίπτερα της Λατινικής Αμερικής βλέπει κανείς ότι εκεί πέφτει περισσότερο χρήμα για να εδραιωθούν τα δικά τους προϊόντα στο εξωτερικό. Οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις και η ελληνική θα πρέπει να εστιάσουν και σε αυτό» συμπληρώνει από την πλευρά του ο Θανάσης Πασχούλας, φοιτητής Μάρκετινγκ στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο.
«Ίδια προβλήματα με τους Γερμανούς αγρότες»
Κι όλα αυτά με φόντο τις μαζικές αγροτικές κινητοποιήσεις στην Ευρώπη.Στο περιθώριο της πρόσφατης Πράσινης Εβδομάδας του Βερολίνου, ο Έλληνας υπ. Αγροτικής Ανάπτυξης Λευτέρης Αυγενάκης, είχε δηλώσει μεταξύ άλλων στην DW, λίγο πριν κατέβουν στους δρόμους οι Έλληνες αγρότες: «Αυτά που επιδιώκουν, επιθυμούν, διεκδικούν οι αγρότες της Γερμανίας σε μεγάλο βαθμό έχουν ικανοποιηθεί καιρό πριν στην Ελλάδα». Αυτή τη φορά δεν έδωσε το παρών στη Fruit Logistica, πιθανώς εξαιτίας των αγροτικών μπλόκων στην Ελλάδα. Τι λένε όμως οι παραγωγοί επ‘ αυτού;
«Αντιμετωπίζουμε τα ίδια προβλήματα με τους Γερμανούς αγρότες και στην Ελλάδα πχ. τον αθέμιτο ανταγωνισμό. Και βέβαια το πετρέλαιο κίνησης για τον αγρότη είναι πάρα πολύ ακριβό. Έχουμε να ανταγωνιστούμε πλέον αγρότες από άλλες χώρες που έχουν χαμηλότερο κόστος παραγωγής» παρατηρεί ο Βασίλειος Μπουγάς διευθυντής του ΑΣΕΠΟΠ και συμπληρώνει: «Ένας νέος παραγωγός θα πρέπει να αντιμετωπίσει το υψηλό κόστος παραγωγής, την έλλειψη εργατικών χεριών και τα καιρικά φαινόμενα για να παράξει ποιοτικά προϊόντα και να τα πουλήσει στις αγορές του κόσμου».
Από την Επισκοπή Νάουσας στην Fruit Logistica βρέθηκε και η δυναμική οικογενειακή επιχείρηση Frueat, που εστιάζει επίσης στις εξαγωγές φρούτων, όπως το ακτινίδιο. Ο Αθανάσιος Μουδήρης, με σπουδές Οικονομικών και συνεχιστής της οικογενειακής επιχείρησης, συμφωνεί ότι βασικό πρόβλημα είναι το υψηλό κόστος παραγωγής. «Οι τιμές στα λιπάσματα έχουν ανέβει πολύ, το πετρέλαιο, το ηλεκτρικό επίσης, τα εργατικά χέρια εκλείπουν, το κόστος διαβίωσης και για τους εργάτες μεγαλώνει. Προσπαθούμε να αντιμετωπίσουμε την έλλειψη προσωπικού με νέα μηχανήματα και νέες καλλιέργειες που απαιτούν λιγότερα εργατικά χέρια» εξηγεί. Και ο νεαρός επιχειρηματίας Αθανάσιος Μουδήρης εκτιμά ότι οι αγρότες διαδηλώνουν «δικαιότατα» όπως λέει. «Σε δέκα χρόνια δεν θα υπάρχει το επάγγελμα αν συνεχίσουν οι τιμές να είναι έτσι».
Όσο για την Frueat, έχει τη δική της προσοδοφόρα πορεία με το βλέμμα στραμμένο στο εξωτερικό. «Τον χειμώνα εξάγουμε κυρίως σε Αμερική, Καναδά, Βραζιλία, Ινδία και σε σταθερούς πελάτες στην Ευρώπη ενώ το καλοκαίρι μόνο στην Ευρώπη. Κυρίως τη Γερμανία, την Ισπανία, την Ιταλία, την Αγγλία και την Κροατία».
Ο πόλεμος στην Ουκρανία… στην κοιλάδα του Αχέροντα
Μια αγροτική οικογένεια που παράγει βρώσιμο καλαμπόκι, η Zisis Farm, ήρθε κυριολεκτικά στο Βερολίνο οικογενειακώς από την κοιλάδα του Αχέροντα. «Ήρθαμε για να δείξουμε την παραγωγή μας και να προωθήσουμε το προϊόν στις ευρωπαϊκές χώρες» λέει στην DW ο Φώτιος Ζήσης, με δεκαετίες στον δύσκολο χώρο του καλαμποκιού. «Μετά τον κορωνοϊό, ήρθε ο πόλεμος στην Ουκρανία. Όλα αυτά επηρέασαν την κατάσταση. Όμως η επιμονή και η θέλησή μας δεν μας έκαμψε και παραμένουμε στην αγορά» αναφέρει ο Φ. Ζήσης, ο οποίος εξάγει το 30 με 40% της παραγωγής του κυρίως στη βόρεια Ευρώπη, Ολλανδία και Αγγλία, αλλά και στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα.
«Η πίεση που δέχεται ο αγροτικός κόσμος, δηλαδή εμείς, είναι πάρα πολύ μεγάλη. Οι ανατιμήσεις είναι ασύλληπτες. Ταυτόχρονα είναι πολύ δύσκολο να ανεβάσουμε οι ίδιοι τις τιμές των προϊόντων με αποτέλεσμα να απορροφάμε εμείς αυτό το κόστος. Δεν μπορούμε να ανασάνουμε. Δουλεύουμε πάνω από 10 με 12 ώρες. Συχνά ξενυχτάμε πάνω στην παραγωγή μας». Μάλιστα παρακολουθώντας τις εξελίξεις στη Γερμανία, θεωρεί απίστευτες αλλά ενδεικτικές των προβλημάτων τις πρόσφατες εικόνες με γερμανικά τρακτέρ στην Πύλη του Βρανδεμβούργου. Και για τον ίδιο το μείζον πρόβλημα είναι το υψηλό κόστος παραγωγής. «Διαφορετικά το αποτέλεσμα θα είναι ένα: να απομακρυνθεί ο κόσμος κι άλλο από τη γεωργία και να έχουμε μεγάλες ελλείψεις σε αγροτικά προϊόντα».
Κίνητρο η αγάπη για τη γη και τους καρπούς της
Για τον κ. Ζήση, παραγωγό της παλιάς γενιάς, κάτι που θα πρέπει να αλλάξει στην Ελλάδα είναι η εκπαίδευση και εξειδίκευση των νέων αγροτών αλλά και η παροχή πραγματικών κινήτρων. «Νέοι άνθρωποι δεν ασχολούνται με τη γεωργία και εν γένει τον πρωτογενή τομέα. Με το ζόρι κρατιούνται στα χωράφια» παρατηρεί και ο Βασίλειος Μπουγάς από τη Νάουσα.
Πάντως στη Fruit Logistica συναντήσαμε και «νέο αίμα», συνεχιστές οικογενειακών επιχειρήσεων, με σπουδές και όραμα. Μια τέτοια περίπτωση είναι η Μαριάννα και η Στέλλα από την κρητική εταιρεία Minoan Fruits, που ασχολείται με όλο το φάσμα του «φρούτου» από την παραγωγή μέχρι τη διανομή αλλά και με το ελαιόλαδο, την αποξηραμένη σταφίδα, τις μαρμελάδες ή τα φυσικά σαπούνια, όπως μας εξηγούν. Για την Κρήτη, όπως σημειώνει η Στέλλα, βασικό εμπόδιο είναι η κλιματική αλλαγή και η παρατεταμένη ξηρασία που επηρεάζει την αγροτική παραγωγή.
«Αυτό φάνηκε έντονα φέτος και στο ελαιόλαδο». Η δε Μαριάννα δίνει έμφαση και σε παράλληλες, φρέσκες πρωτοβουλίες, όπως η «Κρήτη Αλλιώς», ένας επισκέψιμος χώρος και συνδυάζει τη γευσιγνωσία και τον ανεπιτήδευτο τουρισμό ακολουθώντας τη διαδρομή κρητικών προϊόντων και της οικογενειακής παράδοσης.
Κλείνοντας με επιστροφή στον βορρά, ο Αθανάσιος Μουδήρης σημειώνει: «Λατρεύουμε αυτό που κάνουμε. Για να κάνεις κάτι σωστά πρέπει να το αγαπάς. Θα συνιστούσα παρά τα προβλήματα σε έναν νέο να ασχοληθεί με τον πρωτογενή τομέα. Στην Λατινική Αμερική ή την Αυστραλία το να είσαι παραγωγός είναι το πιο ευυπόληπτο επάγγελμα. Στην Ελλάδα δυστυχώς είναι ένα ανυπόληπτο επάγγελμα. Ελπίζω να το αλλάξουμε γιατί προσπαθούμε».