Αλλαγή εποχής φέρνει η προσέγγιση Ριάντ-Τεχεράνης
18 Μαρτίου 2023Όταν οι προαιώνιοι εχθροί, η Σαουδική Αραβία και το Ιράν, ανακοίνωναν την περασμένη Παρασκευή αιφνιδιαστικά την επανάληψη των διπλωματικών τους σχέσεων, οι αντιδράσεις στον υπόλοιπο κόσμο ήταν εντυπωσιακά ανάμεικτες. Στις ΗΠΑ και τη Γερμανία τα σχόλια ήταν συγκρατημένα, αλλά στην περιοχή της Εγγύς Ανατολής το βήμα έγινε δεκτό, από το Ομάν μέχρι τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και τη Χεζμπόλα στο Λίβανο, με μεγάλη ικανοποίηση. Αλλά και στην Κίνα, όπου τις προηγούμενες ημέρες γίνονταν διαπραγματεύσεις, επικράτησε πανηγυρικό κλίμα. "Αυτή είναι μια νίκη του διαλόγου, μια νίκη της ειρήνης και σημαντική είδηση σε μια εποχή μεγάλων αναταραχών στον κόσμο" δήλωνε ο επικεφαλής της κινεζικής διπλωματίας Γουάνγ Γι. Και με μια αιχμηρή παρατήρηση προς τη Δύση, πρόσθεσε: "Ο κόσμος δεν περιορίζεται μόνο στο πρόβλημα της Ουκρανίας".
Τίτλοι τέλους
Η προσέγγιση των δύο χωρών αναμένεται να σηματοδοτήσει μεγάλες περιφερειακές και παγκόσμιες ανακατατάξεις σε μια περιοχή πολλών μετώπων και μάλιστα εν μέρει υπό τη μορφή των λεγομένων πολέμων δι΄αντιπροσώπων. Και οι δύο χώρες υποστήριζαν επί πολλά χρόνια αντίπαλα στρατόπεδα στη Συρία και το κάνουν μέχρι σήμερα στην Υεμένη. Στο Ιράκ, το Λίβανο και το Μπαχρέιν αναμειγνύονται σε διενέξεις και διεκδικούν επιρροή, την οποία το Ιράν συγκεκριμένα επιχειρεί να ασκήσει μέσω των σιιτικών μειονοτήτων, των οργανώσεων και των κομμάτων τους. Στον Περσικό Κόλπο οι εγκαταστάσεις εξόρυξης πετρελαίου της Σαουδικής Αραβίας έχουν γίνει μάλιστα άμεσος στόχος ιρανικών πυραύλων. Σε όλα αυτά μπαίνουν τίτλοι τέλους. Οι δύο χώρες του Περσικού προφανώς επιθυμούν να ανοίξουν ένα νέο κεφάλαιο στις επιβαρυμένες σχέσεις τους. Λόγοι γι' αυτό υπάρχουν πολλοί. Οι αντιπαραθέσεις τούς έκαναν περισσότερο κακό παρά καλό, τόσο σε πολιτικό όσο και σε οικονομικό επίπεδο. Καμιά από τις δύο χώρες δεν μπορεί να επικρατήσει έναντι της άλλης. Δεν πρόκειται φυσικά για νέα διαπίστωση. Ο Σεμπάστιαν Σονς, ειδικός σε θέματα Σαουδικής Αραβίας στη δεξαμενή σκέψης Carpo της Βόννης, υπενθυμίζει ότι εκπρόσωποι από την Τεχεράνη και το Ριάντ βρίσκονταν σε διαπραγματεύσεις παρασκηνιακά εδώ και δύο χρόνια.
"Βέβαια, η δυσπιστία του Ριάντ απέναντι στο Ιράν παραμένει πολύ μεγάλη, αλλά αυτό ακριβώς είναι που ωθεί την ηγεσία του να έρθει σε συμφωνία με την Τεχεράνη, μια συμφωνία έχει ύψιστη προτεραιότητα"¨επισημαίνει ο Σονς μιλώντας στην Deutsche Welle. Παρόμοια θέση έχει και το Ιράν. "Η συμφωνία αποτελεί αναμφισβήτητα μια ιστορία επιτυχίας για τη διπλωματία της Ισλαμικής Δημοκρατίας" σημειώνει στην DW ο Μάρκους Σνάιντερ, επικεφαλής του περιφερειακού προγράμματος για την ειρήνη και την ασφάλεια στην Μέση Ανατολή του γερμανικού Ιδρύματος Φρίνχτριχ Έμπερτ. "Αποτελεί βήμα εξόδου από τη διεθνή απομόνωση για το καθεστώς σε μιαν εποχή που οι σχέσεις του με τη Δύση βρίσκονται συνεχώς στο χαμηλότερο επίπεδο". Το καθεστώς της Τεχεράνης κατάφερε να εκτονώσει εν μέρει αυτήν την κατάσταση. Και σε αυτό βοηθήθηκε από το γεγονός ότι οι διαπραγματεύσεις έγιναν με τη διαμεσολάβηση της Κίνας σε μιαν εποχή που το Πεκίνο βρίσκεται υπό τεράστια πίεση από μια σειρά δυτικών κυβερνήσεων, λόγω των απειλών κατά της Ταϊβάν, λόγω της γειτνίασής της με την εμπόλεμη Ρωσία.
Μειώνεται η αμερικανική επιρροή, αυξάνεται η κινεζική
"Μέσω αυτής της συμφωνίας η Κίνα καθιερώνεται ως μεγάλη διαμεσολαβητική δύναμη στην περιοχή" υποστηρίζει ο Σνάιντερ. "Και υπηρετεί το συμφέρον της Τεχεράνης να εκδιώξει τις ΗΠΑ από την περιοχή ή τουλάχιστον να μειώσει την επιρροή τους". Εδώ και καιρό οι σχέσεις του Ιράν με την Κίνα γίνονται όλο και πιο στενές. Την άνοιξη του 2021, οι δύο χώρες υπέγραψαν εμπορική συμφωνία ύψους 372 δις ευρώ. Η Σαουδική Αραβία, από την άλλη, βρίσκεται σε πορεία διεθνούς αναπροσανατολισμού. Διότι όταν το 2019 οι εγκαταστάσεις της πετρελαϊκής βιομηχανίας της έγιναν στόχος ιρανικών πυραύλων, οι ΗΠΑ, παραδοσιακά δύναμη προστασίας του Ριάντ, επέδειξαν αυτοσυγκράτηση. Αυτό οφείλεται επίσης στο γεγονός ότι το Ριάντ είναι επικεφαλής ενός συνασπισμού κυρίως αραβικών κρατών που πολεμούν στην Υεμένη, και αυτό δεν αρέσει καθόλου στην πολιτική ελίτ της Ουάσινγκτον. Η αυτοσυγκράτηση αυτή των ΗΠΑ, όπως και η κριτική για τις παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων σε βάρος της Σαουδικής Αραβίας, ώθησε με τη σειρά του το Ριάντ να επανεξετάσει τουλάχιστον εν μέρει τη σχέση του με τον μέχρι τώρα στενό εταίρο του. Κι αυτό φάνηκε όταν η Σαουδική Αραβία υιοθέτησε τον περασμένο Σεπτέμβριο την πρόταση της Ρωσίας να μειώσει για μήνες την παραγωγή πετρελαίου στο πλαίσιο του ΟΠΕΚ,για να επιτύχει υψηλότερη τιμή στην παγκόσμια αγορά. Αυτό βόλεψε και τη Ρωσία, χώρα που ξεκίνησε τον επιθετικό πόλεμο στην Ουκρανία.
"Με αυτόν τον τρόπο η Σαουδική Αραβία έδειξε ότι απομακρύνεται σε κάποιο βαθμό από τις ΗΠΑ" υποστηρίζει ο Σεμπάστιαν Σονς. "Βέβαια δεν σημαίνει ότι η συνολική αλλαγή πολιτικής θα μπορούσε να οδηγήσει σε ρήξη με τις ΗΠΑ ή τη Δύση. Παρόλα αυτά πρέπει να καταγράψουμε την υψηλή προτεραιότητα του στόχου προσέγγισης ανάμεσα στο Ριάντ και την Τεχεράνη". Η προσέγγιση των δύο μέχρι τώρα ανταγωνιστών, θα έχει οπωσδήποτε θετικό αντίκτυπο στην περιοχή. Στην Υεμένη, στο Λίβανο, στο Ιράκ. Δεν ισχύει το ίδιο όμως για το Ισραήλ, το οποίο δέχεται συνεχώς από το Ιράν απειλές περί ολοκληρωτικής καταστροφής. Είναι ένας από τους λόγους που η ισραηλινή κυβέρνηση προχώρησε το 2020 στη σύναψη των λεγόμενων "Συμφωνιών του Αβραάμ", και μάλιστα με δύο χώρες του Κόλπου, το Μπαχρέιν και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα που αντιλαμβάνονται επίσης ως απειλή την ιρανική διείσδυση στην περιοχή. Η Σαουδική Αραβία δεν προσχώρησε σε μια τέτοια συμφωνία, αλλά εδώ και χρόνια ακολουθεί πολιτική ύφεσης απέναντι στο Ισραήλ. Πολιτικοί παρατηρητές, τους οποίους επικαλείται η αραβική εφημερίδα Al-Araby Al-Jadeed, πιστεύουν ότι η προσέγγιση Ριάντ-Τεχεράνης ρίχνει εν μέρει νέο φως στην πολιτική ύφεσης της Σαουδικής Αραβίας έναντι στου Ισραήλ. Ίσως το Ριάντ προσπαθήσει έτσι να αποφύγει τη γραμμή του πυρός στην περίπτωση που κάποια στιγμή προκύψει ένοπλη αντιπαράθεση ΗΠΑ και Ισραήλ κατά του Ιράν.
Κέρστιν Κνιπ
Επιμέλεια: Ειρήνη Αναστασοπούλου