Αντιτρομοκρατικές μέθοδοι κατά της μαφίας
13 Ιουλίου 2017Τόνωση της επιχειρησιακής ετοιμότητας και ενίσχυση της διασυνοριακής συνεργασίας: αυτά ήταν τα δύο στοιχεία που υπογράμμισε ο γερμανός υπ. Εσωτερικών Τόμας ντε Μεζιέρ στο πλαίσιο συνεδρίου στην ιταλική πρεσβεία του Βερολίνου με θέμα τη διεθνή αντιμετώπιση του οργανωμένου εγκλήματος. Για τον γερμανό υπ. Εσωτερικών το οργανωμένο έγκλημα αποτελεί ένα φαινόμενο που πρέπει να αντιμετωπιστεί σε επίπεδο ΕΕ, την οποία μάλιστα καλεί να βελτιώσει τα συστήματα ταυτοποίησης δακτυλικών αποτυπωμάτων και ονομάτων αλλά και να υιοθετήσει στο πεδίο της πάταξης του οργανωμένου εγκλήματος μεθόδους που χρησιμοποιούνται κυρίως από αντιτρομοκρατικές υπηρεσίες.
Παρά το γεγονός ότι η τρομοκρατία μονοπωλεί συνήθως τους τίτλους των ΜΜΕ, το οργανωμένο έγκλημα αποτελεί στην πράξη μεγαλύτερο πρόβλημα. Σύμφωνα με τη ΜΚΟ «Μafia, No Thanks» που μαζί με την ιταλική πρεσβεία συνδιοργάνωσε την εκδήλωση στο Βερολίνο, κάθε χρόνο μόνο στη Γερμανίαν «ξεπλένονται» 100 δις ευρώ, ιδίως μέσω μεγάλων κτηματομεσιτικών εταιρειών αλλά ακόμη και από απλές πιτσαρίες, που ανήκουν σε «νονούς» της μαφίας. Η Γερμανία, εξαιτίας της οικονομικής σταθερότητας που παρέχει, αποτελεί ένα πραγματικό «El Dorado» για όλους εκείνους που προσπαθούν να νομιμοποιήσουν έσοδα που έχουν αποκτηθεί από παράνομες δραστηριότητες.
Αιματοβαμμένα κέρδη από τη διακίνηση μεταναστών
«Εάν είχα να επιλέξω ανάμεσα σε έναν τρομοκράτη του Ισλαμικού Κράτους και έναν αρχηγό μαφιόζικης οργάνωσης, δεν ξέρω τι θα επέλεγα ως χειρότερο», ανέφερε χαρακτηριστικά από την πλευρά του ο Ιταλός υπ. Εσωτερικών Μάρκο Μινίτι. Η Ιταλία ανέκαθεν ήταν η χώρα εκείνη της Ευρώπης με τις περισσότερες υποθέσεις οργανωμένου εγκλήματος. Παρά τις προσπάθειες των τελευταίων χρόνων, το πρόβλημα παραμένει «αγκάθι». Παραδοσιακά, το εμπόριο ναρκωτικών είναι η βασική πηγή εσόδων των παράνομων δικτύων οργανωμένου εγκλήματος που δρουν επί ευρωπαϊκού εδάφους. Πρόσφατα ωστόσο πολλά δίκτυα μαφίας επιδίδονται και σε μια άλλη παράνομη δραστηριότητα που τους αποφέρει κέρδη: τη διακίνηση προσφύγων και μεταναστών.
«Οι παράνομοι διακινητές συνωστίζουν ανθρώπους που επιθυμούν να μεταναστεύσουν ή που αναγκάζονται να εγκαταλείψουν τις πατρίδες τους πάνω σε παλιά, υπερφορτωμένα πλοιάρια για να διασχίσουν τη Μεσόγειο», ανέφερε ο Τόμας ντε Μεζιέρ, προσθέτοντας ότι τα πλοιάρια αυτά δεν διαθέτουν καν τις βασικές τεχνικές δυνατότητες για να πλεύσουν μέχρι τις ιταλικές ακτές. «Τα κέρδη που βγαίνουν από αυτή την ιστορία είναι αιματοβαμμένα», είπε χαρακτηριστικά. Από την πλευρά του ο Μάρκο Μινίτι κάλεσε την ΕΕ να βοηθήσει την Ιταλία ως προς την αντιμετώπιση αυτών των κυκλωμάτων, στο πλαίσιο της ευρύτερης αντιμετώπισης της προσφυγικής κρίσης.
Πώς μπορεί να αντιμετωπιστεί το οργανωμένο έγκλημα;
Βέβαια τα κυκλώματα μαφίας εξακολουθούν να πλουτίζουν και από τις παλιές τους δραστηριότητες, όπως το παράνομο εμπόριο οργάνων, τις ληστείες αλλά και τη φοροδιαφυγή μεγάλης κλίμακας. Για τους ειδικούς του χώρου είναι μάλιστα πιο σημαντικό να παταχθεί το ξέπλυμα βρώμικου χρήματος από το να συλληφθούν απλώς οι εγκέφαλοι. Μέχρι στιγμής, ακόμη και σε χώρες όπως η Γερμανία, η εφαρμογή των σχετικών νόμων δεν απέφερε καρπούς, σύμφωνα με τον Αντρέας Φρανκ, αναλυτή και πρώην τραπεζίτη της Goldman Sachs. Ως προς το σημείο αυτό οι προτάσεις που ακούστηκαν στο συνέδριο του Βερολίνου ποικίλουν. Για τον Τ. ντε Μεζιέρ είναι σημαντική η σύγκριση και ταυτοποίηση τραπεζικών δεδομένων σε διασυνοριακό επίπεδο, ενώ για τον Μ. Μινίτι καθοριστικής σημασίας κρίνεται η θεσμοθέτηση ενός Γενικού Εισαγγελέα της ΕΕ καθώς και η σύσταση μιας ευρωπαϊκής υπηρεσίας στο πρότυπο του αμερικανικού FBI. Bέβαια ως προς το τελευταίο σημείο η Γερμανία εγείρει ενστάσεις, δεδομένου ότι, όπως τόνισε ο Τόμας ντε Μεζιέρ, κάτι τέτοιο αποκλείεται από το γερμανικό Σύνταγμα.
Σε κάθε περίπτωση τόσο η Ιταλία όσο και η Γερμανία συμφωνούν ότι πρέπει να ληφθούν μέτρα για τον εντοπισμό και κατάσχεση εισοδημάτων και περιουσιακών στοιχείων που έχουν αποκτηθεί από δραστηριότητες του οργανωμένου εγκλήματος. Όπως επισημαίνει ο Αρντ Ζιν, καθηγητής Ευρωπαϊκού Δικαίου στο Πανεπιστήμιο του Όσναμπρουκ, η εφαρμογή της σχετικής νομοθεσίας μακροπρόθεσμα είναι που θα κρίνει και την επιτυχία ανίστοιχων πρωτοβουλιών. Ο ίδιος μάλιστα προσθέτει, ότι θα πρέπει, τέλος, να καταβληθούν ειδικά κονδύλια για την έρευνα και την πρόληψη αντίστοιχων φαινομένων καθώς επίσης και για την επιτυχή υλοποίηση των αναγκαίων μέτρων στην πράξη.
Τζέφερσον Τσέις / Δήμητρα Κυρανούδη