Διαχρονικά παραμελημένοι οι ελληνικοί σιδηρόδρομοι
12 Μαΐου 2023Λίγο περισσότερο από δύο μήνες μετά τη μοιραία νύχτα, το δυστύχημα των Τεμπών εξακολουθεί να απασχολεί τον διεθνή Τύπο, με τη γερμανική έκδοση της Le Monde diplomatique να δημοσιεύει εκτενή ανάλυση αναφορικά με τις αστοχίες που οδήγησαν στην τραγωδία της 1ης Μαρτίου. «Πολλοί είναι αυτοί που βλέπουν ως υπεύθυνο ολόκληρο το “σύστημα” – και όχι απλώς ένα μεμονωμένο “τραγικό ανθρώπινο λάθος”, όπως ανέφερε αρχικά ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης. […] Για τη βελτίωση του δικτύου είχαν εγκατασταθεί διάφορα συστήματα σηματοδότησης, τα οποία προέρχονταν από διάφορους ξένους κατασκευαστές, όμως εν συνεχεία δεν υπήρχαν αρκετά ανταλλακτικά, καθώς το ελληνικό κράτος και η δυσκίνητη γραφειοκρατία του καθυστερούσαν τις εισαγωγές. Σε αυτό οφείλεται και το γεγονός ότι, σήμερα, τα σήματα εξακολουθούν να λειτουργούν χειροκίνητα.
[…] Επιπλέον, στο ελληνικό σιδηροδρομικό δίκτυο δεν λειτουργεί το σύστημα ασφαλείας ETCS (European Train Control System). Παρ’ ότι υπάρχουν κι άλλες ευρωπαϊκές χώρες δίχως λειτουργικό ETCS, αυτές διαθέτουν, τουλάχιστον, άλλα συστήματα ασφαλείας, όπως το ATP (Automatic Train Protection). […] Εδώ και πολύ καιρό, τόσο η Πανελλήνια Ένωση Σιδηροδρομικών Υπαλλήλων (ΠΕΠΕ), όσο και ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Σιδηροδρόμων (ERA) είχαν επανειλημμένως προειδοποιήσει για την επικινδυνότητα του ελληνικού σιδηροδρομικού δικτύου, το οποίο μάλιστα, ακόμη και πριν το δυστύχημα, θεωρούνταν το πιο επικίνδυνο σε ολόκληρη την Ε.Ε.»
Όπως εξηγεί η εφημερίδα, «η συστηματική παραμέληση των σιδηροδρομικών μεταφορών έχει μακρά παράδοση, με τις κυβερνήσεις να προτιμούν την κατασκευή δρόμων, αποσκοπώντας στη μεγιστοποίηση των εσόδων από τα διόδια και τους φόρους στα καύσιμα. […] Αντιθέτως, μόνο τα τελευταία χρόνια, το ένα τρίτο του ελληνικού σιδηροδρομικού δικτύου επηρεάστηκε από τις πολιτικές λιτότητας».
Ανατρέπονται οι ισορροπίες λίγο πριν τις εκλογές
Δύο μόλις ημέρες πριν την εκλογική αναμέτρηση της 14ης Μαΐου στην Τουρκία, ένας εκ των τεσσάρων υποψηφίων, ο αριστερός Μουχαρέμ Ιντζέ, ανακοίνωσε πως αποσύρεται. «Οι ισορροπίες διαταράσσονται και πάλι, εις βάρος του Ερντογάν», σχολιάζει το δημοσιογραφικό δίκτυο RedaktionsNetzwerk Deutschland. «Κατά πάσα πιθανότητα, ο Ιντζέ αποφάσισε να αποσυρθεί λόγω των σκανδάλων που βλέπουν το φως της δημοσιότητας τις τελευταίες μέρες: από ερωτικά βίντεο μέχρι υποτιθέμενες τραπεζικές αποδείξεις για εμβάσματα που φέρεται να έλαβε ο Ιντζέ από συνεργάτες του Ερντογάν.
Αν και ο ίδιος το αρνείται, τις τελευταίες εβδομάδες φημολογούταν πως ο Ιντζέ είχε αποφασίσει να συμμετάσχει στις εκλογές κατόπιν προτροπής του Ερντογάν, ωσάν “δούρειος ίππος” με στόχο να διχάσει την αντιπολίτευση. Όποια κι αν είναι η αλήθεια, πάντως, ο Ιντζέ στράφηκε προεκλογικά κυρίως εναντίον του Κιλιτσντάρογλου, του βασικού υποψηφίου της αντιπολίτευσης».
Το R.N.D. τονίζει πως «είναι δύσκολο να προβλεφθεί ποια επίδραση θα έχει η απόσυρση του Ιντζέ στο εκλογικό αποτέλεσμα, ενός υποψηφίου που αρχικά συγκέντρωνε μεταξύ 5% και 7%, αλλά προσφάτως μόλις 2-3%. Ωστόσο, εάν η πλειοψηφία των υποστηρικτών του συνταχθεί με τον Κιλιτσντάρογλου, αυτό θα μπορούσε να ανατρέψει την ισορροπία. Εξάλλου, σύμφωνα με πρόσφατες δημοσκοπήσεις, ο Ερντογάν συγκεντρώνει μόλις 43,7%, ενώ ο Κιλιτσντάρογλου 49,3%, δηλαδή λίγο κάτω από το όριο για την απόλυτη πλειοψηφία. Έτσι, η απόσυρση του Ιντζέ αυξάνει τις πιθανότητες να κριθούν οι εκλογές ήδη την ερχόμενη Κυριακή».
Νέα απεργία στους γερμανικούς σιδηροδρόμους
Σε άρθρο της με τίτλο «Αρκετά με τις απεργίες», η Süddeutsche Zeitung επικρίνει το γερμανικό συνδικάτο EVG, το οποία προκήρυξε νέες απεργιακές κινητοποιήσεις 50 ωρών στους γερμανικούς σιδηροδρόμους, από το βράδυ της Κυριακής έως τα μεσάνυχτα της Τρίτης. «Μέχρι στιγμής, το συνδικάτο είχε δράσει μετριοπαθώς, προκηρύσσοντας τις δύο μονοήμερες προειδοποιητικές απεργίες. Ωστόσο, με τη διήμερη απεργία που έχει πλέον εξαγγελθεί, η διάθεση των πολιτών, οι οποίοι γενικώς στηρίζουν τα αιτήματα των εργαζομένων στους σιδηροδρόμους, είναι πιθανό να αλλάξει σύντομα, κυρίως επειδή φαίνεται πως αντί να πλησιάζουν στην επίλυση των διαφορών τους, το συνδικάτο και οι εργοδότες απομακρύνονται όλο και περισσότερο ο ένας από τον άλλον».
Η S.Z. τονίζει πως οι ευθύνες βαραίνουν και τις δύο πλευρές: «η διοίκηση των σιδηροδρόμων, για παράδειγμα, ευθύνεται για τη διαιώνιση του προβλήματος επειδή προκαλεί ξανά και ξανά τους εκπροσώπους του συνδικάτου ενώ, από την πλευρά, οι τελευταίοι καθυστερούν τις διαπραγματεύσεις εξαιτίας ορισμένων λεπτομερειών στο ζήτημα του κατώτατου μισθού, ο οποίος επηρεάζει ακριβώς το 1% (!) των εργαζομένων».