1. Μετάβαση στο περιεχόμενο
  2. Μετάβαση στο κύριο μενού
  3. Μετάβαση σε περισσότερους ιστοτόπους της DW

Διστακτικοί οι Γερμανοί για την προστασία του κλίματος

7 Απριλίου 2023

Για πολλούς Γερμανούς αυτή τη στιγμή η προστασία του κλίματος δεν αποτελεί προτεραιότητα. Το πρόσφατο δημοψήφισμα για το «Κλιματικά ουδέτερο Βερολίνο έως το 2030» απέτυχε. Γιατί;

Δημοψήφισμα για κλιματικά ουδέτερο Βερολίνο μέχρι το 2030
Στοπ στο κλιματικά ουδέτερο Βερολίνο μέχρι το 2030Εικόνα: Christian Spicker/IMAGO

Μια μικρή ήττα δέχτηκε το γερμανικό κίνημα για την προστασία του κλίματος την προπερασμένη Κυριακή. Με αρκετή προσπάθεια και έντονο δημόσιο αντίκτυπο οργανώθηκε ένα δημοψήφισμα στο Βερολίνο για το εάν η πρωτεύουσα θα έπρεπε να γίνει κλιματικά ουδέτερη μέχρι το 2030 και όχι όπως προηγουμένως είχε προγραμματιστεί το 2045. Οι εμπνευστές του, η συμμαχία «Επανεκκίνηση για το κλίμα», θα έπρεπε να συγκεντρώσουν περίπου 600.000 ψήφους για να πραγματοποιηθεί αυτή η αλλαγή.

Τελικά όμως μόνο 442.000 Βερολινέζοι τάχθηκαν υπέρ αυτής της ιδέας ενώ την ίδια στιγμή σχεδόν άλλοι τόσοι πολίτες ψήφισαν όχι. Οι διοργανωτές περίμεναν ότι οι σκεπτικιστές δεν θα έμπαιναν καν στον κόπο να ψηφίσουν. Η κλιματική ουδετερότητα αποτελεί τη μετάβαση σε μια κοινωνία και οικονομία μηδενικών εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, πέρα από αυτά που απορροφά η φύση. Πρέπει επομένως οι εκπομπές από αυτοκίνητα με κινητήρες εσωτερικής καύσης, θερμάστρες και αεροπλάνα να μειωθούν κατά περίπου 95% σε σύγκριση με το 1990. Η Γερμανία έχει δεσμευτεί να γίνει κλιματικά ουδέτερη έως το 2045 και η Ευρωπαϊκή Ένωση έως το 2050.

Η απογοήτευση των ακτιβιστών μετά το δημοψήφισμα ήταν μεγάλη, αλλά δεν το βάζουν κάτω. Η ακτιβίστρια του κινήματος «Fridays for Future » Λουίζα Νοϊμπάουερ δήλωσε: «Δεν θα επιτρέψουμε στους επικριτές και τους γκρινιάρηδες να μας σταματήσουν». Ωστόσο στη Γερμανία η πραγματικότητα μάλλον είναι διαφορετική. Σχεδόν σε κάθε έρευνα οι άνθρωποι τονίζουν τη σημασία της προστασίας του κλίματος. Αλλά όταν πρόκειται για έμπρακτη στήριξη με συγκεκριμένα βήματα οι πολίτες διστάζουν, ενώ όλο και λιγότερο εμπιστεύονται τις υποσχέσεις των πολιτικών ότι η προστασία του κλίματος λαμβάνεται σοβαρά υπόψη.

Η γερμανική κυβέρνηση θέλει να προωθήσει τις αντλίες θερμότηταςΕικόνα: picture-alliance/dpa/D. Maurer

Η πανδημία, ο πόλεμος στην Ουκρανία και η ενεργειακή κρίση έχουν εξουθενώσει τους πολίτες

Πρόσφατη έρευνα του Ινστιτούτου Forsa έδειξε πως μόνο το 10% των ερωτηθέντων πιστεύει ότι οι ενεργειακές ανάγκες της χώρας μπορούν να καλυφθούν πλήρως από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Την ίδια στιγμή πολύ λιγότεροι άνθρωποι πιστεύουν στην ενεργειακή μετάβαση από ό,τι πριν από δώδεκα χρόνια. Τότε στην ίδια ερώτηση το 39% των ερωτηθέντων πίστευε πως η Γερμανία θα μπορούσε κάλλιστα να εφοδιαστεί με ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και μόνο.

Στον Πρόεδρο της Ακαδημίας Επιστημών του Αμβούργου, καθηγητή και ερευνητή του κλίματος Μογίμπ Λατίφ, αυτό δεν προκαλεί εντύπωση. Σε συνέντευξή του στην DW, δήλωσε: «Η προστασία του κλίματος δεν αποτελεί αυτή τη στιγμή προτεραιότητα για τους ανθρώπους. Ο κόσμος έχει εξαντληθεί από την πανδημία, τις ειδήσεις για τον πόλεμο στη Ουκρανία και τις αυξανόμενες τιμές της ενέργειας». Ο καθηγητής κάνει έναν παραλληλισμό με αυτό που συνέβη πριν από 16 χρόνια. Το 2007 ο πρώην αντιπρόεδρος των ΗΠΑ και περιβαλλοντικός ακτιβιστής Αλ Γκορ και η Διακυβερνητική Επιτροπή του ΟΗΕ για την Αλλαγή του Κλίματος (IPCC) έλαβαν το Νόμπελ Ειρήνης και όλοι στη Γερμανία μιλούσαν για την προστασία του κλίματος. Στη συνέχεια όμως η παγκόσμια οικονομική κρίση του 2008 εξαφάνισε από τα πρωτοσέλιδα τη μείωση των αερίων του θερμοκηπίου.

Όπως αναφέρει και ο καθηγητής Λατίφ: «Δεν κερδίζουμε τους ανθρώπους για την προστασία του κλίματος μόνο και μόνο επειδή είναι καλοί άνθρωποι». Τρέχον παράδειγμα: Για πολλές εβδομάδες το σχέδιο του Γερμανού Υπουργού Οικονομίας και Προστασίας του Κλίματος, Ρόμπερτ Χάμπεκ, για την απαγόρευση νέων συστημάτων θέρμανσης με φυσικό αέριο και πετρέλαιο ήδη από το επόμενο έτος προκαλούσε αβεβαιότητα. Η κυβέρνηση τώρα άλλαξε τα σχέδιά της και μιλάει για τη μετατροπή «όσο το δυνατόν περισσότερων συστημάτων θέρμανσης» σε φιλικές προς το κλίμα αλλά ακριβές αντλίες θερμότητας. Ο Μογίμπ Λατίφ αναφέρει επίσης το παράδειγμα του πιθανού ορίου των 100 ή 130 χλμ/ώρα στους γερμανικούς αυτοκινητοδρόμους που δεν γνωστοποιήθηκε σωστά από τους πολιτικούς. Ο ίδιος επισημαίνει ότι το μεγαλύτερο μέρος της συζήτησης επί του θέματος καλύπτεται από τους περιορισμούς που θα τεθούν, ενώ δεν αναφέρεται σχεδόν καθόλου το πόση ενέργεια εξοικονομείται.

Διαδηλώτρια της Greenpeace στο Βερολίνο για την κλιματική κρίσηΕικόνα: Michele Tantussi/REUTERS

Δυσκολίες στην μεταφορά μηνυμάτων από την πολιτική ηγεσία στους πολίτες

Ο Κάρελ Μον, αρχισυντάκτης του «klimafakten.de», μιας πλατφόρμας που παρέχει συνεχώς πληροφορίες για κλιματικά ζητήματα, αναφέρει σε συνέντευξή του στη DW: «Οι άνθρωποι αρχίζουν και αντιλαμβάνονται στο προσωπικό και κοινωνικό τους περιβάλλον ότι αποτελεί κοινωνικό κανόνα να τάσσονται υπέρ της προστασίας του περιβάλλοντος, της διατήρησης της φύσης και της προστασίας του κλίματος. Οι άνθρωποι καθοδηγούνται από τέτοιους κανόνες, πράγμα που εξηγείται από το γεγονός ότι οι δηλώσεις αυτές υποστηρίζονται σαφώς στις έρευνες. Αλλά εάν οι πολιτικοί λάβουν συγκεκριμένα μέτρα δράσης, αυτά πρέπει να διαβιβάζονται καλά και κυρίως με ένα θετικό μήνυμα». Ο ίδιος συνεχίζει: «Οι άνθρωποι πρέπει να κατανοούν το νόημα των μέτρων, που φυσικά σημαίνει επίσης ότι πρέπει αυτά να κοινοποιούνται και να εξηγούνται με κατανοητό τρόπο. Τα μέτρα πρέπει να είναι πρακτικά (ή να θεωρούνται πρακτικά) και η επιβάρυνση της εφαρμογής τους να περιορίζεται σε λογικό βαθμό. Τα μέτρα να ισχύουν για όλους και να επιβαρύνουν τους πάντες εξίσου και δίκαια.»

Αυτό φυσικά δεν συνέβη με τα σχέδια θέρμανσης του Χάμπεκ. Ο κόσμος θεώρησε ότι ειδικά οι ενοικιαστές και οι ιδιοκτήτες μικρών σπιτιών θα έπρεπε να αντιμετωπίσουν το υψηλό κόστος της μετασκευής. Επομένως, ανεξάρτητα από το πόσο καλοπροαίρετες μπορεί να είναι οι προτάσεις των πολιτικών, παραμένει μεγάλο πρόβλημα το πως οι πολίτες λαμβάνονται υπόψη στα μέτρα προστασίας του κλίματος.

Γενς Τουράου

Επιμέλεια: Ιωσηφίνα Τσαγκαλίδου

Παράλειψη επόμενης ενότητας Κύριο θέμα της DW

Κύριο θέμα της DW

Παράλειψη επόμενης ενότητας Περισσότερα άρθρα από την DW

Περισσότερα άρθρα από την DW