Η Πελοπόννησος στις φλόγες
27 Αυγούστου 2007«Οι καταστροφικές φωτιές αυτού του καλοκαιριού έχουν πολύ μικρή σχέση με την αλλαγή του κλίματος, περισσότερο συνδέονται με την κερδοσκοπία και την διαφθορά. Χωρίς την καταπολέμηση της διαφθοράς δεν μπορεί να προχωρήσει τίποτε» γράφει σε σχόλιό της η αυστριακή εφημερίδα Die Presse «Όταν είναι δυνατόν μετά από φωτιά μια δασική περιοχή να γίνει οικόπεδα ή καλλιεργήσιμη περιοχή, τότε δεν επιτρέπεται να απορεί κανείς για τα αποτελέσματα. Ασφαλώς δεν συνιστούν νέο φαινόμενο οι πυρκαγιές στην Ελλάδα, αλλά το γεγονός ότι έχασαν τη ζωή τους τόσοι άνθρωποι, δεν μπορούν να μείνουν έτσι τα πράγματα, διότι τα γεγονότα ξεπερνούν πια το μεσογειακό φολκλόρ και αποκτούν άλλη διάσταση: τώρα πια πρέπει κανείς να ξεκαθαρίσει τι συμβαίνει».
«Παρ’ ολίγον να καεί η αρχαία Ολυμπία» είναι ο τίτλος του ρεπορτάζ της ελβετικής Neue Zürcher Zeitung «οι καταστροφικές πυρκαγιές δεν έκαψαν μόνον δάση, σπίτια και καλλιεργημένες εκτάσεις, αλλά είχαν και ανθρώπινα θύματα: τουλάχιστον 60 άνθρωποι πλήρωσαν με τη ζωή τους τον πύρινο εφιάλτη. Τελευταία στιγμή διασώθηκε το μουσείο της αρχαίας Ολυμπίας που ανήκει στην παγκόσμια πολιτιστική κληρονομιά» «Η ΕΕ αλλά και μεμονωμένα όλα σχεδόν τα ευρωπαϊκά κράτη προσφέρουν ήδη βοήθεια στην Ελλάδα, ενώ οι Ρώσοι έστειλαν δυο πυροσβεστικά αεροπλάνα. Η Ελβετία ενισχύει τις ελληνικές πυροσβεστικές δυνάμεις με 4 πυροσβεστικά ελικόπτερα τύπου σούπερ πούμα. Όλοι είτε βοηθούν ήδη, είτε στέλνουν τώρα την βοήθεια που ζήτησε η Ελλάδα. Τέτοιας έκτασης πυρκαγιές είναι αδύνατον να τις θέσει υπό έλεγχο μόνη της η ελληνική πυροσβεστική.»
«Οι καμπάνιες του κράτους για την προστασία του δάσους δεν απέδωσαν μέχρι τώρα» σχολιάζει η Süddeutsche Zeitung του Μονάχου και συνεχίζει: «ίσως επειδή και το ίδιο δεν αποτελεί πρότυπο σε αυτό το θέμα» «δεν γίνεται αναδάσωση καμένων δασικών εκτάσεων, όπως εδώ και χρόνια υπόσχεται, ενώ τεράστιοι πυλώνες ηλεκτρικού ρεύματος εμφανίζονται εν μέσω δασικών εκτάσεων από πεύκα. Η Αθήνα των τεσσάρων εκατομμυρίων εγκαταλείπει τα σκουπίδια της σε χωματερές λίγο πιο έξω από το κέντρο της. ‘Δεν έχουν συνειδητοποιήσει τους κινδύνους’ διαπιστώνει ο Γερμανός συγγραφέας Χούμπερτ Αϊχχάιμ, που ζει εδώ και δεκαετίες μεταξύ Αθήνας και Πελοποννήσου. Στο βιβλίο του ‘Ελλάδα’ επισημαίνει ότι τα περισσότερα δάση παλαιότερα εξυπηρετούσαν κυρίως τη δασοκομία π.χ. η ρετσίνη από τα πεύκα ήταν ένα σημαντικό προϊόν εξαγωγής, μετά την δημιουργία τεχνικής ρετσίνης δεν είχε ζήτηση η φυσική και έτσι τα δάση αυτά εγκατελείφθησαν στην τύχη τους.»
«Επιπλέον οι επιστήμονες υπογραμμίζουν ότι οι πυρκαγιές π.χ. από κεραυνό ή άλλες φυσικές αιτίες δεν ξεπερνούν το 3% των συνολικών πυρκαγιών, όλες οι υπόλοιπες έχουν σχέση με τον ανθρώπινο παράγοντα.»
«Παράδεισο για εμπρηστές» χαρακτηρίζει την Ελλάδα στην ανάλυσή του στην Tageszeitung ο Γερμανός δημοσιογράφος Νιλς Καντρίτσκε και εξηγεί το γιατί: «Από την άνοιξη καταγγέλλουν οι ειδικοί δασολόγοι και οι οικολόγοι τα κενά στην πρόληψη για την καταπολέμηση των πυρκαγιών. Μετά από ένα χειμώνα με ελάχιστες βροχές, αυξάνεται κατακόρυφα ο κίνδυνος πυρκαγιών για το καλοκαίρι. Δεν ανοίχθηκαν όμως στα δάση ούτε νέοι διάδρομοι, ούτε καθαρίστηκαν οι παλιοί όπως θα περίμενε κανείς, σπάνια δε επιθεωρούνται οι δασικοί δρόμοι και έτσι τώρα ήταν μη προσβάσιμοι για την πυροσβεστική.»
«Κάθε χρόνο όμως η κύρια ενοχή για τις φωτιές στα δάση και στις καλλιεργημένες περιοχές επιρρίπτεται σε μια φιγούρα που στις συζητήσεις παίζει έναν αμφιλεγόμενο ρόλο: στους εμπρηστές. Το δάκτυλο που δείχνει όμως τους εμπρηστές αποσπά την προσοχή από κάτι άλλο: από το γεγονός ότι το κράτος δεν έκανε τίποτε για να καταπολεμήσει την εγκληματική αποψίλωση. Πρόσκληση για εμπρησμό συνιστά εξάλλου το γεγονός ότι η Ελλάδα, ως μοναδικό κράτος – μέλος της ΕΕ, δεν διαθέτει εθνικό κτηματολόγιο και ασφαλώς ούτε χάρτη οριοθετημένων δασών και δασικών περιοχών. Ο νόμος για την καταγραφή των δασών και των δασικών εκτάσεων υφίσταται εδώ και 30 χρόνια μέχρι σήμερα όμως έχει ολοκληρωθεί το 6% της καταγραφής. Αλλά ακόμη και αυτές οι ελλείψεις μπορούσαν να καλυφθούν, εάν το ελληνικό κοινοβούλιο ψήφιζε μόνον ένα νόμο που θα αποτελούνταν μόνον από μια πρόταση: ‘οι καμένες δασικές εκτάσεις αναδασώνονται χωρίς εξαίρεση και δεν επιτρέπεται ποτέ να μετατραπούν σε βοσκοτόπους ή οικόπεδα’. Αυτό το αίτημα επαναλαμβάνουν οι Έλληνες οικολόγοι εδώ και 20 χρόνια. Καμία κυβέρνηση, συντηρητική ή σοσιαλιστική, δεν κατέθεσε ένα τέτοιο νόμο.»