Ο περιορισμός των όπλων δεν αρκεί
18 Δεκεμβρίου 2012Βρίθει ο σημερινός γερμανόφωνος τύπος από σχολιαστικά άρθρα για το μακελειό στις ΗΠΑ. Οι αρθρογράφοι δίνουν έμφαση στις έμμεσες υποσχέσεις του αμερικανού προέδρου ότι μετά το τραγικό γεγονός θα κινήσει θέμα αυστηροποίησης του καθεστώτος οπλοκατοχής.
Όπλα ή φόβος στο σχολείο;
«Ο κάτοχος του βραβείου Νόμπελ Ειρήνης Μπάρακ Ομπάμα θέλει και πάλι να ξεκινήσει την προσπάθεια να πείσει τους πολίτες του, και όχι μόνο το λόμπι υπέρ της οπλοκατοχής, για την αναγκαιότητα αυστηρότερου ελέγχου και αυστηρότερων όρων αγοράς όπλων» σημειώνει η Süddeutsche Zeitung του Μονάχου. «Η χαμηλών τόνων πρωτοβουλία που ανέλαβε για τον αφοπλισμό από την εποχή της πρώτης θητείας του δεν είχε ιδιαίτερη απήχηση. Τώρα ο Ομπάμα δεν είναι πια δέσμιος της σκέψης ότι θα πρέπει να επανεκλεγεί. Από την πλευρά τους οι Ρεπουμπλικάνοι θα πρέπει να αναρωτηθούν, όπως εξάλλου κι όλοι οι Αμερικανοί, τί τους είναι πιο σημαντικό, να φέρουν όπλα, ή να κυκλοφορούν μαθητές και φοιτητές στα σχολεία και στα Πανεπιστήμια χωρίς τον φόβο του θανάτου» αναρωτιέται ο γερμανός αρθρογράφος.
Διαφορoπoιημένη άποψη εκφράζει ο σχολιαστής της Stadt – Anzeiger της Κολωνίας. Θεωρεί ότι πρέπει να δοθεί περισσότερη σημασία στην προσωπικότητα ενός δράστη. «Μόνο με αυστηρότερους νόμους δεν εμποδίζονται τέτοιες πράξεις» σημειώνει. «Θα πρέπει κανείς να ασχολείται περισσότερο με τους δράστες και τους δυνητικά μιμητές τους. Πρόκειται στην πλειοψηφία τους για νέους από 18 ως 25 χρόνων που παρουσιάζουν, άλλοι λιγότερο κι άλλοι περισσότερο, διαταραχές στην προσωπικότητά τους. Είναι χαρακτηριστικό ότι μετά την τραγωδία στο Newtown εμπειρογνώμονες συστήνουν να δοθεί περισσότερο προσοχή στην πρόληψη και στην θεραπεία των ψυχικών παθήσεων. Λιγότερα όπλα μόνο δεν φτάνει» καταλήγει.
«Οι δανειστές κέρδισαν»
«Για ποιον ήταν επωφελής η επαναγορά του ελληνικού χρέους» είναι το ερώτημα που θέτει σε άρθρο του στην Frankfurter Allgemeιne Zeitung ο Φρανκ Βέστερμαν, καθηγητής Διεθνούς Πολιτικής Οικονομίας στο Πανεπιστήμιο του Όσναμπρυκ. Ο γερμανός καθηγητής πιστεύει ότι μόνο οι δανειστές είχαν κέρδος, όχι όμως το ελληνικό κράτος και οι φορολογούμενοι, στηρίζοντας την άποψή του σε μια σειρά από φημισμένα άρθρα του Κένεθ Ρόγκοφ, καθηγητή Οικονομίας στο Χάρβαρντ. «Να λοιπόν τι συμβαίνει όταν μια χώρα, η ίδια ή μέσω τρίτου, αποφασίζει να αγοράσει από την αγορά χρέος της σε ποσοστό 30 ή 40% όπως στην περίπτωση της Ελλάδας» γράφει ο Βέστερμαν. «Σε ότι αφορά την ονομαστική του αξία, το χρέος μειώνεται, όμως οι Έλληνες συνεχίζουν να χρωστούν για τα επόμενα χρόνια όλους τους φόρους κι ό,τι άλλο μπορέσουν να εξοικονομήσουν. Στην πραγματικότητα δηλαδή δεν αλλάζει τίποτα, αφού τους αφαιρείται τμήμα του χρέους σε τομείς που ούτως ή άλλως δεν θα μπορούσαν να αποπληρώσουν. Από την πλευρά των δανειστών όμως αρκεί το υψηλό ποσό που πήραν από την επαναγορά για να εξοφλήσουν το μεγαλύτερο κομμάτι από την ονομαστική αξία των ομολόγων. Με αυτόν τον τρόπο προκύπτει άμεσο κέρδος για τους δανειστές» γράφει ο γερμανός καθηγητής. Δίνοντας συγκεκριμένα παραδείγματα, ο καθηγητής εξηγεί γιατί αυξάνεται η αγοραστική αξία του χρέους και γιατί από τη διάφορά ανάμεσα στην ονομαστική και την αγοραστική αξία επωφελείται ο δανειστής, σε καμιά περίπτωση όμως το ελληνικό κράτος και οι φορολογούμενοι.
Επιστολή προς τον πρόεδρο του Γερμανικού Κοινοβουλίου απέστειλε ο χριστιανοδημοκράτης βουλευτής Μάνφρεντ Κολμπε με αίτημα να εξετάσει γιατί δόθηκε περισσότερη χρηματική βοήθεια στην Ελλάδα από όση είχε αρχικά εγκρίνει το σώμα. Όπως γράφει η Frankfurter Allgemeine Zeitung ο γερμανός βουλευτής αναφέρεται στην απόφαση της 30ης Νοεμβρίου του κοινοβουλίου, με την οποία δόθηκε το πράσινο φως για την εκταμίευση της επόμενης δόσης. Στην επιστολή του υποστηρίζει ότι η κυβέρνηση παραβίασε τα δικαίωμα συμμετοχής του κοινοβουλίου στη λήψη αποφάσεων, διότι ενώ αρχικά επρόκειτο για έγκριση ποσού 43,7 δις ευρώ, δόθηκαν 49, 1 δις ευρώ.
Επιμέλεια: Ειρήνη Αναστασοπούλου
Υπεύθ. σύνταξης: Κώστας Συμεωνίδης