Παρά την κρίση σταθερή η αγορά εξοχικών στην Ελλάδα
3 Δεκεμβρίου 2010«Ελλάδα: έπεσαν οι τιμές στα ακίνητα μεσαίας κατηγορίας», είναι ο τίτλος ρεπορτάζ του Γκερντ Χέλερ που δημοσιεύεται στο σημερινό αφιέρωμα της οικονομικής εφημερίδας Handelsblatt για τα ακίνητα στον ευρωπαϊκό Νότο: «Παρά την κρίση και την ύφεση δεν υπάρχει καμία διακύμανση στις τιμές των οικοπέδων σε καλές περιοχές και στα ακίνητα πολυτελείας, υποστηρίζει ο Γερμανός Πέτερ Γκράινεμαν που εδώ και 20 χρόνια αναλαμβάνει οικοδομικές κατασκευές και μεσιτείες πολυτελών εξοχικών για Γερμανούς αγοραστές στην Ελλάδα. Ο χώρος επιχειρηματικής δραστηριότητας του Γερμανού μεσίτη και εργολάβου οικοδομών είναι η Χαλκιδική, όπου παρά την ύφεση και τα αρνητικά σχόλια του τύπου οι τιμές παραμένουν σχετικά σταθερές.
‘Όι τιμές εδώ δεν ήταν τόσο υπερβολικές, όπως στην Ισπανία και την Κροατία, γι’ αυτό η ζήτηση ακινήτων παραμένει σταθερή’, υποστηρίζει ο Γερμανός μεσίτης.
Έπεσαν οι τιμές στα μικρά σπίτια μεσαίας κατηγορίας
Πραγματική πτώση σημειώνεται στις τιμές των μικρών σπιτιών μεσαίας κατηγορίας, στην πλειοψηφία τους μεζονέτες, που χτίστηκαν σε πολλές περιοχές της Ελλάδας. Πολλά από τα ακίνητα αυτά έχουν κατασκευαστικά λάθη και ορισμένες φορές μάλιστα είναι παράνομα. Σε αυτά έπεσαν οι τιμές μέχρι και 40%. Παρ’ όλα αυτά είναι ακριβά, διότι ο αγοραστής θα πρέπει να διορθώσει τις κακοτεχνίες και να νομιμοποιήσει το ακίνητό του έναντι της πολεοδομίας.
Την ίδια τάση στην αγορά ακινήτων βλέπει και ο Βασίλης Κόκκινος, εργολάβος οικοδομών και μεσίτης εξοχικών στην Κρήτη. Το κατασκευαστικό κόστος κυμαίνεται στην Κρήτη μεταξύ 1100 και 1500 ευρώ το τετραγωνικό, ανάλογα με τις προδιαγραφές του ακινήτου. ‘Η κρίση χτύπησε την ελληνική αγορά ακινήτων το 2009, τώρα αρχίζει πάλι ανοδική πορεία’, δηλώνει ο Βασίλης Κόκκινος. Ακίνητα στην Κρήτη αγοράζονται κυρίως από τους Άγγλους και τους Γερμανούς, αλλά τώρα τελευταία και από πολλούς Γάλλους και Ρώσους.
Οι Γερμανοί προτιμούν παραδοσιακά την Πελοπόννησο. Και εδώ ο μεσίτης Οδυσσέας Δημητριάδης επιβεβαιώνει την ανοδική τάση στην αγορά ακινήτων και εξοχικών: ‘Στα ακίνητα μεσαίας κατηγορίας έπεσαν οι τιμές, αλλά οι εξοχικές κατοικίες πρώτης κατηγορίας παραμένουν σχετικά σταθερές σε τιμές. Ευκαιρίες στην αγορά ακινήτων υπάρχουν μόνον, εάν ο ιδιοκτήτης του ακινήτου ή η εταιρεία που τα διαχειρίζεται έχουν οικονομικές δυσκολίες.
Τελευταία παρατηρείται αύξηση των Κινέζων αγοραστών ακινήτων στην Πελοπόννησο. ‘Αριθμητικά δεν είναι πολλοί’, λέει Έλληνας μεσίτης, αλλά ‘οι Κινέζοι αγοράζουν μόνον ακίνητα πρώτης κατηγορίας’.
Συνολικά η εκτίμηση είναι ότι η εποχή προσφέρεται για αγορά εξοχικού στην Ελλάδα, αν και οι τιμές δεν παρουσιάζουν πραγματική πτώση. Πιο χαμηλά δεν πρόκειται όμως να πέσουν, επειδή δεν υπάρχει περίπτωση να χτιστούν πολλά νέα ακίνητα, καθώς οι ελληνικές τράπεζες είναι ιδιαίτερα φειδωλές στα δάνεια.
Ο αριθμός των αδειών οικοδόμησης έπεσε το πρώτο εξάμηνο του 2010 κατά 11%, ενώ σε σχέση με πέρσι χτίστηκαν περίπου κατά ένα τέταρτο λιγότερα.»
Τι σημαίνει η απόφαση της ΕΚΤ;
«Συνταγές αμηχανίας», τιτλοφορεί ανάλυσής της η Süddeutsche Zeitung μετά τη χθεσινή απόφαση της ΕΚΤ να παρατείνει την παροχή ρευστότητας μέχρι και το πρώτο τρίμηνο του 2011.
Η εφημερίδα σημειώνει ότι το μοναδικό σημείο που συμφωνούν οι πρωταγωνιστές των χρηματαγορών και η πολιτική ηγεσία της ευρωζώνης είναι πως δεν υπάρχει συναντίληψη: «Όσο περισσότερο χρόνο διαρκεί η κρίση χρεών στην ευρωζώνη, τόσο πολλαπλασιάζεται η ένδεια συνταγών διεξόδου από την κρίση.
‘Οι πολιτικοί δρουν αντιφατικά, αμήχανα και χωρίς διαφάνεια’, είναι η κατηγορία των αγορών.
Οι κύκλοι της ευρωζώνης απαντούν: ‘Οι δήθεν στοχοπροσηλωμένες και νηφάλιες αγορές αντιδρούν σε εικασίες, φήμες και μη ρεαλιστικές προσδοκίες, δεν αντιλαμβάνονται τα πολιτικά δρώμενα και δεν διαθέτουν καθόλου υπομονή’.
Και οι δύο πλευρές έχουν εν μέρει δίκιο. Εκείνο όμως που ουδείς από τους εμπλεκόμενους ομολογεί είναι ότι δεν υφίσταται καμία συνταγή, καμία λύση, η οποία θα καθησύχαζε τις αγορές και ταυτόχρονα θα ήταν πολιτικά εφαρμόσιμη.»
«Π.χ. η αγορά κρατικών ομολόγων. Εδώ και μήνες η ΕΚΤ παρέχει ρευστότητα αγοράζοντας ομόλογα, αλλά αυτό δεν απέτρεψε την επώδυνη εξέλιξη και η Ελλάδα και η Ιρλανδία αναγκάστηκαν να ζητήσουν βοήθεια από τον μηχανισμό στήριξης.
Εάν η ΕΚΤ διευρύνει σημαντικά τις αγορές ομολόγων, τότε θα σταθεροποιηθούν μεν το ‘καπέλο’ επικινδυνότητας και τα επιτόκια των κρατικών ομολόγων των υπερχρεωμένων χωρών, αλλά η ΕΚΤ αντιστρατεύεται έτσι τις πραγματικές της υποχρεώσεις, που είναι η διαφύλαξη της σταθερότητας του ευρώ και η καταπολέμηση του πληθωρισμού.
Εάν πάλι διευρυνθεί ο μηχανισμός στήριξης, κάτι που σε περίπτωση ανάγκης οι χώρες της ευρωζώνης είναι διατεθειμένες να πράξουν, δεν είναι καθόλου σίγουρο ότι θα το αποδεχθούν τα εθνικά κοινοβούλια.
Τέλος αποκλείεται κάθε σχέδιο διεύρυνσης της οικονομικής διακυβέρνησης στην ΕΕ, όχι μόνον λόγω σοβαρών πολιτικών αντιρρήσεων, αλλά και επειδή η δρομολόγηση και η εφαρμογή της είναι χρονοβόρα και επομένως δεν μπορεί να ανατρέψει τη σημερινή κρίση ή έστω να επιδράσει θετικά.»
Επιμέλεια: Βιβή Παπαναγιώτου
Υπεύθ. σύνταξης: Σπύρος Μοσκόβου