Πού πάνε οι Γερμανοί όταν μεταναστεύουν;
27 Σεπτεμβρίου 2023Για μία ακόμη χρονιά η Ελβετία είναι ο αγαπημένος μεταναστευτικός «προορισμός» των Γερμανών. Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία της Γερμανικής Στατιστικής Υπηρεσίας, που ανακοινώθηκαν προ ημερών, το 2022 διέμεναν μόνιμα στη γειτονική χώρα σχεδόν 311.300 Γερμανοί υπήκοοι. Ο αριθμός τους αυξάνεται συνεχώς, εδώ και χρόνια. Στη δεύτερη θέση των προτιμήσεων εμφανίζεται η Αυστρία με 216.700 Γερμανούς που ζουν μόνιμα εκεί, ενώ ακολουθεί η Ισπανία, που «φιλοξενεί» 142.600 Γερμανούς. Οι επόμενες θέσεις στην πρώτη δεκάδα της σχετικής κατάταξης: Γαλλία, Ολλανδία, Βέλγιο, Ιταλία, Σουηδία, Δανία, Νορβηγία.
Επιπλέον, το 2022 καταγράφεται ένας αριθμός-ρεκόρ των Γερμανών που απέκτησαν την ελβετική υπηκοότητα: 7.940 άτομα, δηλαδή κατά 14% περισσότερα από το 2021. Η ίδια η Στατιστική Υπηρεσία παραθέτει την εύλογη εξήγηση για την ιδιαίτερη προτίμηση στην Ελβετία και στην Αυστρία: «Κοινό χαρακτηριστικό των δύο χωρών είναι ότι η γεωγραφική γειτνίαση και η κοινή γλώσσα διευκολύνουν την αλλαγή κατοικίας για τους Γερμανούς», επισημαίνει (αν και η αλήθεια είναι ότι υπάρχουν διαφορές στο λεξιλόγιο και στην προφορά, ενώ δεν λείπουν και οι δυσνόητες τοπικές διάλεκτοι).
Λιγότερες κρατήσεις, περισσότερες απολαβές
Ωστόσο, σημαντικό θεωρείται και το οικονομικό κίνητρο, ιδιαίτερα για εργαζόμενους με υψηλή επαγγελματική εξειδίκευση. Η οικονομική επιθεώρηση Handelsblatt αναφέρει ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα: ένας μηχανολόγος με μάστερ στο καντόνι της Ζυρίχης πληρώνεται - αμέσως μόλις αποφοιτήσει από το πανεπιστήμιο και χωρίς προηγούμενη επαγγελματική εμπειρία - με περίπου 85.000 ελβετικά φράγκα μεικτά, ετησίως. Με δεδομένο ότι η φορολογία δεν ξεπερνά το 11% και οι κρατήσεις είναι συνολικά μικρότερες από τη Γερμανία, του μένουν 62.400 φράγκα καθαρά ετησίως, ήτοι 5.200 φράγκα τον μήνα. Δηλαδή 5.000 ευρώ.
Με αυτά τα χρήματα προφανώς μπορεί να ανταποκριθεί πιο εύκολα και στα «απλησίαστα» ενοίκια μεγαλουπόλεων όπως η Ζυρίχη, όπου ένα ενοίκιο 2.000 ευρώ για 60 τ.μ. θεωρείται μάλλον συνηθισμένο. Και αυτό παρότι πρόσφατες έρευνες δείχνουν πως και οι ίδιοι οι Ελβετοί «ανησυχούν» για τα οικονομικά τους.
Τον «μύθο» της Ελβετίας τρέφει και το παράδειγμα πολλών «επωνύμων». Όπως ο Κλάους Μίχαελ Κούνε, μεγαλομέτοχος της εφοπλιστικής επιχείρησης Hapag-Lloyd, της εταιρείας logistics Kühne + Nagel και της Lufthansa, ιδιοκτήτης ακινήτων, ξενοδοχείων και κλινικής στο Νταβός, «αφεντικό» στην ποδοσφαιρική ομάδα του Αμβούργου, μαικήνας της τέχνης και επικεφαλής μίας επιχειρηματικής αυτοκρατορίας, στην οποία «ο ήλιος δεν δύει ποτέ», όπως έγραφε παλαιότερα το περιοδικό Focus. Από το 1975 o Κούνε διατηρεί μόνιμη κατοικία (και φορολογική έδρα) στην Ελβετία, διότι, όπως είχε αναφέρει σε παλαιότερη συνέντευξή του στην εφημερίδα Neue Zürcher Zeitung, «στη Γερμανία οι φόροι και οι ασφαλιστικές εισφορές είναι πολύ υψηλότερες από την Ελβετία, αλλά και ο κοινωνικός φθόνος είναι έντονος. Το γενικότερο οικονομικό κλίμα δεν είναι τόσο φιλελεύθερο και τόσο ευχάριστο, όπως στην Ελβετία».
Ορόσημο για την Ελβετία το 2002
Για πολλά χρόνια η Ελβετία, που άλλωστε δεν ανήκει στην ΕΕ, είχε περιορίσει δραστικά την εισδοχή εργαζομένων από ευρωπαϊκές χώρες. Ωστόσο πολλά άλλαξαν το 2002, μετά την ψήφιση μίας περίπλοκης νομοθεσίας που διέπει τις σχέσεις της χώρας με την ΕΕ και κατοχυρώνει την ελεύθερη κυκλοφορία των εργαζομένων, αλλά με ορισμένους περιορισμούς. Κατά κανόνα, για παράδειγμα, η χορήγηση άδειας παραμονής προϋποθέτει την υπογραφή μίας σύμβασης εργασίας διάρκειας τουλάχιστον 12 μηνών.
Πρόσφατες πρωτοβουλίες για μία ακόμη πιο στενή σχέση με την ΕΕ δεν είχαν συνέχεια. Ωστόσο, από το 2002 όλο και περισσότεροι Γερμανοί, Ιταλοί και Πορτογάλοι αξιοποίησαν την ευκαιρία να εργαστούν στην Ελβετία. Σήμερα το ποσοστό των μονίμων κατοίκων που δεν έχουν γεννηθεί στην Ελβετία πλησιάζει το 30% και είναι το μεγαλύτερο στην Ευρώπη, μετά το Λουξεμβούργο.