1. Μετάβαση στο περιεχόμενο
  2. Μετάβαση στο κύριο μενού
  3. Μετάβαση σε περισσότερους ιστοτόπους της DW

Πως μεταφέρονται η νοοτροπία και τα πολιτιστικά δεδομένα;

Παναγιώτης Κουπαράνης, Βερολίνο18 Νοεμβρίου 2008

Με τίτλο «Η αντίσταση του λογοτεχνικού κειμένου» διοργάνωσαν ημερίδα στο Βερολίνο το Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας (ΚΕΠ) και το Ινστιτούτο Ελληνικής και Λατινικής Φιλολογίας του Ελεύθερου Πανεπιστημίου για τη μετάφραση.

Ελεύθερο Πανεπιστήμιο του Βερολίνου - Βιβλιοθήκη της Φιλολογικής ΣχολήςΕικόνα: picture alliance/dpa

Το βάρος που επωμίζεται ο μεταφραστής ενός λογοτεχνικού ή και επιστημονικού κειμένου δεν είναι καθόλου αμελητέο. Ο μεταφραστής είναι ούτε λίγο, ούτε πολύ ‘διαμεσολαβητής’ ανάμεσα σε δυο πολιτισμούς.

Από την μετάφρασή του εξαρτάται, εάν ο αναγνώστης σε μια άλλη χώρα θα είναι σε θέση να διαβάσει το μεταφρασμένο κείμενο με τη πραγματική του διάσταση.

Το πρόβλημα της καθαρεύουσας στη γερμανική μετάφραση

Georg Winfried Sebald - Αούστερλιτς

Οι ομιλητές και γενικά οι συμμετέχοντες στην ημερίδα είχαν πλήρη γνώση αυτής της προσδοκίας. Σε αυτά τα πλαίσια κινήθηκε και ο προβληματισμός που ανέπτυξαν για τις δυσκολίες της μετάφρασης.

Επί παραδείγματι πως μεταφράζεις την καθαρεύουσα στα γερμανικά, όταν ένας σύγχρονος Έλληνας συγγραφέας, όπως ο Νίκος Παναγιωτόπουλος στην “Αγιογραφία”, τη χρησιμοποιεί δίπλα στη δημοτική σαν υφολογικό μέσο για να αναδείξει κοινωνικές διαφορές;

Η μεταφράστρια του εν λόγω βιβλίου στα γερμανικά Birgit Hildebrand υπογραμμίζει στο μικρόφωνο της Deutsche Welle ότι:

«Θα πρέπει να δοθεί στον αναγνώστη η δυνατότητα να καταλάβει πως η συνύπαρξη δύο διαφορετικών γλωσσικών επιπέδων στον ίδιο χρόνο ανάγεται σε κοινωνικές και πολιτικές ανισότητες» και αυτό γιατί ο Γερμανός αναγνώστης «δεν έχει τα βιώματα που έχει ο Έλληνας με την καθαρεύουσα, ούτε τους συνειρμούς που προκαλεί η αναφορά και μόνον αυτής της έννοιας».

«Όσο πιο ακριβές είναι ένα κείμενο τόσο πιο εύκολη η μετάφραση» υποστήριξε η παλαίμαχη μεταφράστρια Δανάη Κούλμας αναφέροντας τις εμπειρίες της, από την μετάφραση μυθιστορημάτων της Ζυρράνας Ζατέλη: «Μπορεί η συγκεκριμένη συγγραφέας να χρησιμοποιεί νεολογισμούς, δύσκολες εκφράσεις και δύσκολους συνδυασμούς εκφράσεων. Αλλά είναι σε τέτοιο βαθμό ακριβής σε αυτό που επιλέγει που δεν έχεις τη δυνατότητα να πεις αυτό θα το πω έτσι ή θα το πω αλλιώς».

Σε αυτά τα λογοτεχνικά κείμενα ελλοχεύουν λιγότεροι κίνδυνοι απώλειας ή παρερμηνειών στη μετάφραση.

Gotthold Ephraim Lessing - Γερμανός ποιητήςΕικόνα: dpa

Η ποίηση και οι ‘δύσκολοι συγγραφείς’

Πολύ πιο δύσκολα είναι τα πράγματα, όταν πρόκειται για ποίηση.

Το ζητούμενο είναι να μεταφερθεί τόσο το νόημα του αρχικού κειμένου, όσο και ο ρυθμός του, οι σωστές λέξεις, αλλά και η συγκεκριμένη μουσικότητα του ποιήματος.

Η ποιήτρια Μαρία Τοπάλη που έχει μεταφράσει και ποιήματα του Ρίλκε στα ελληνικά ανεβάζει τον πήχη αρκετά ψηλά: «Ο μεταφραστής της ποίησης πρέπει να έχει τις δυνατότητες ενός ποιητή. Πρέπει να έχει τις ικανότητες που απαιτεί η σύνθεση ενός ποιήματος, πρέπει τουλάχιστον να τις αντιλαμβάνεται, να τις κατέχει.»

Για όλους τους μεταφραστές ισχύει η αναγκαιότητα της γνώσης της ιστορικής συγκυρίας που έχει γραφτεί ένα κείμενο.

Και αν πρόκειται για έναν λογοτέχνη που αναφέρεται στο έργο του σε διαφορετικές εποχές, τότε ο μεταφραστής θα πρέπει είναι πολύπλευρα μορφωμένος για να μπορέσει να ανταποκριθεί, υποστηρίζει ο Γιάννης Καλιφατίδης, που πήρε πέρσι το Κρατικό Βραβείο Καλύτερης Μετάφρασης έργου ξένης λογοτεχνίας στην ελληνική γλώσσα.

Το βραβείο απενεμήθη στον κ. Καλιφατίδη για τη μετάφραση έργων του ενός αρκετά δύσκολου Γερμανού συγγραφέα, του Winfried Georg Sebald.

Ο Γιάννης Καλιφατίδης εκτιμά ότι:

«Για να μεταφράσεις σωστά τον Sebald θα πρέπει να διαβάσεις όλα του τα έργα. Προϋποθέτει μια γενικότερη γνώση. Ο Sebald φλερτάρει με πολλές λογοτεχνικές εποχές.

Ο λόγος του μπορεί πολλές φορές να παραπέμπει στον 19ο αιώνα και να χρειάζεται να έχουμε γνώση της γερμανικής λογοτεχνίας του 19ου αιώνα, όπως ο E.T.A. Hoffmann, ο Adalbert Stifter κ.ου.κ. Αλλά στην πραγματικότητα παραμένει ένας σύγχρονος συγγραφέας που γράφει στη σύγχρονη γερμανική γλώσσα».

Το πρόβλημα «πρωτογενούς παραγωγής θεωρητικού λόγου»

Ο φιλόσοφος Έρνστ ΜπλοχΕικόνα: picture-alliance/dpa

Η ημερίδα στο Βερολίνο ασχολήθηκε και με το ζήτημα της μετάφρασης φιλοσοφικών και γενικά θεωρητικών έργων από τα γερμανικά στα ελληνικά.

Ένα από τα βασικά προβλήματα σε μεταφράσεις φιλοσοφικών και θεωρητικών έργων είναι η έλλειψη ανάλογων εννοιών στην ελληνική γλώσσα.

Η λύση σε τέτοιες περιπτώσεις εξαρτάται, όπως πιστεύει ο Γιώργος Σαγκριώτης, από «την πρωτογενή παραγωγή θεωρητικού λόγου. Και όσο υστερεί και η πρωτογενής θεωρητική έκφραση θα παραμένει ως πρόβλημα για κάθε μεταφραστή, δηλαδή η μη ύπαρξη κατάλληλων λέξεων».

Σε κάθε περίπτωση, εκτιμά ο Σαγκριώτης, ο μεταφραστής είναι υποχρεωμένος να δώσει λύση και επιλέγει «ανάμεσα σε παλιότερους τύπους της νεοελληνικής γλώσσας, σε νεολογισμούς ή και σε λύσεις που έχουν δοθεί για το ίδιο κείμενο σε άλλες γλώσσες.»

Ένα από τα σημαντικά, μεταφραστικά προβλήματα φιλοσοφικών και θεωρητικών έργων είναι και η σημασία των εννοιών ελληνικής καταγωγής που χρησιμοποιούνται σήμερα στη γερμανική γλώσσα.

Οι έννοιες αυτές δεν έχουν στη γερμανική οπωσδήποτε τη σημασία που έχουν στην σύγχρονη ελληνική γλώσσα.

Ο μεταφραστής θα πρέπει να πάρει υπ’ όψιν του ότι μεταξύ της αρχικής υιοθέτησης μιας αρχαιοελληνικής φιλοσοφικής έννοιας από Γερμανούς λόγιους, ας πούμε τον 16ο αιώνα, και της σημερινής της χρήσης της έχουν μεσολαβήσει διάφορες φιλοσοφικές σχολές, όπως ο σχολαστικισμός, διάφορες πολιτιστικές εποχές, όπως η αναγέννηση και ασφαλώς και η θρησκευτική μεταρρύθμιση του Λουθήρου.

Παράλειψη επόμενης ενότητας Κύριο θέμα της DW

Κύριο θέμα της DW

Παράλειψη επόμενης ενότητας Περισσότερα άρθρα από την DW