Το νέο μυθιστόρημα του Μάρτιν Βάλζερ
9 Ιανουαρίου 2017Το βιβλίο είναι μικρό, 170 σελίδες. Ο τίτλος αινιγματικός: «Αντί για κάτι ή το τελευταίο κόλπο». Πρόκειται για έναν μονόλογο που εκτείνεται σε 52 σύντομα κεφάλαια, όσα και οι εβδομάδες του χρόνου. Τυπικό μυθιστόρημα ασφαλώς δεν είναι: αντί γι’ αυτό έχουμε μια ιδιόμορφη ροή σκέψεων ενός πρωταγωνιστή που αφηγείται σε πρώτο πρόσωπο, απευθύνεται ενίοτε σε κάποιον ακροατή και άλλοτε περνά στο τρίτο ή το πρώτο πληθυντικό. Άλλωστε δεν είναι σαφές εάν ο αφηγητής παραμένει ο ίδιος σε όλη την έκταση του βιβλίου. Θα έλεγε κανείς ότι πρόκειται μάλλον για ένα φανταστικό ημερολόγιο, για αυτοβιογραφικές σημειώσεις μιας ολόκληρης ζωής που βαίνει στο τέλος της.
Η αφήγηση ξεκινά από τα χείλη ενός ομιλητή που βασανίζεται από την αναγκαιότητα της έκφρασης: «Το γεγονός ότι χρειαζόμουν ακόμη προτάσεις δεν ήταν καλό σημάδι. Άξιο επιθυμίας θα ήταν κάτι άλλο: η απουσία προτάσεων. Μια σιωπή, για την οποία δεν θα έπρεπε να γίνεται πλέον λόγος». Ο πρωταγωνιστής θέλει να αφήσει πίσω του ορισμένα πράγματα, για παράδειγμα τη θεωρία, η οποία «δεν είναι παρά μια δεύτερη γλώσσα στη θέση της πρώτης». Βαθύτερη επιθυμία του είναι η σιωπή, αντί γι’ αυτό όμως κατηγορεί τον εαυτό του για φλυαρία κι αστάθεια: «Πάντοτε εκ των υστέρων καταλάβαινε πως είχε μιλήσει αδιάλειπτα. Κι όλα όσα είχε εκμυστηρευτεί προκαλούσαν ντροπή. Δεν ήταν σε θέση να κρατήσει τίποτε για τον εαυτό του».
Τις σημειώσεις κρατά ένας άνθρωπος κουρασμένος από τη ζωή. Στα μάτια του είναι όλοι πιο ταλαντούχοι, επιτυχημένοι και ευτυχισμένοι από εκείνον. «Κάθε φορά που προετοιμαζόταν να αποφύγει το λάθος που είχε κάνει την τελευταία φορά, έπεφτε σε καινούργιο λάθος» λέει ο αφηγητής σε τρίτο πρόσωπο.
Από μία γενιά κορυφαίων
Γεννημένος το 1927 ο Βάλζερ είναι ο τελευταίος μεγάλος συγγραφέας μιας γενιάς που ανέδειξε σπουδαίους πεζογράφους όπως ο Γκίντερ Γκρας ή ο Ζίγκφριντ Λεντς.
Οι τρεις τους έγραψαν έργα ενάντια στη λήθη, η οποία αποτέλεσε θεμέλιο λίθο της δημόσιας κουλτούρας σε μια μεταπολεμική Γερμανία που ήθελε να τακτοποιήσει γρήγορα τους λογαριασμούς της με το ένοχο παρελθόν για να μπορέσει να συνεχίσει. Με την πένα τους έδειξαν την αθλιότητα πίσω από το οικονομικό θαύμα της Δυτικής Γερμανίας.
Ο Βάλζερ περιφρονούσε τους παλιούς γνώριμους που εμφανίστηκαν με ανανεωμένο πρόσωπο στη μεταπολεμική Γερμανία, γλιστρώντας αβρόχοις ποσί απ’ τη ναζιστική δικτατορία στο δημοκρατικό οικοδόμημα του μεταπολέμου. Στα μυθιστορήματά του στήνει ένα λογοτεχνικό μνημείο στον παραπαίοντα μικροαστό που τσακίζεται επάνω στις ξέρες των ίδιων του των αξιώσεων.
Ένα ιδιότυπο «μυθιστόρημα»
Το «Αντί για κάτι ή η το τελευταίο κόλπο» είναι ένα ιδιότυπο κείμενο, δύσκολα κατατάξιμο στην κατηγορία του μυθιστορήματος, όπως το περιγράφει ο εκδοτικός οίκος Rowohlt. Κάποια από τα 52 μέρη του δεν ξεπερνούν τις δύο γραμμές, όπως το 39ο: «Να αισθάνεσαι τόσο ασήμαντος, όσο είσαι. Όταν το επιτύχεις, μπορείς να σκάσεις από περηφάνια».
Απ’ το νέο βιβλίο του Βάλζερ δεν θα μπορούσε να λείπει ο έρωτας: η έλξη ανάμεσα σε έναν ώριμο άνδρα και μια νεαρή γυναίκα εμφανίζεται συχνά στο συγγραφικό του έργο. Ωστόσο ό,τι παλαιότερα αναδυόταν γεμάτο χαρά αποτελεί τώρα μια κουρασμένη, ενίοτε γκροτέσκα σημείωση για τη σαγήνη του έρωτα.
Αλλά και οι εχθροί του συγγραφέα, οι λογοτεχνικοί κριτικοί με τους οποίους ο Βάλζερ ήρθε σε αντιπαράθεση, είναι παρόντες στο βιβλίο. Ανάμεσά τους ο Μαρσέλ Ράιχ-Ρανίτσκι, που δεν κατονομάζεται, με τον οποίο ο Βάλζερ είχε αναπτύξει μια σχέση αμοιβαίας αντιπάθειας. Πάντως στο βιβλίο αναγνωρίζει κανείς το γνωστό ύφος του Βάλζερ: ακριβές, αναστοχαστικό, παθιασμένο, απ’ το οποίο δεν λείπει σε κάποια σημεία και η εκζήτηση.
Δημήτρης Ελευθεράκης (Die Welt, FAZ, DW, dpa)