Υπέρ και κατά του φθηνού δολαρίου στην αμερικανική οικονομία
30 Νοεμβρίου 2007Το φθηνό δολάριο ανοίγει το δρόμο σε ξένες εταιρίες να εξαγοράσουν αμερικανικές επιχειρήσεις. Αρκετοί αμερικανικοί ειδικοί μιλούν μάλιστα για ξεπούλημα της αμερικανικής οικονομίας στο εξωτερικό ιδίως μετά την αγορά πακέτου μετοχών της αμερικανική; Citigroup από το Άμπου Ντάμπι για 7,5 δις δολάρια. Τιμή ευκαιρίας για τους σεΐχηδες των αραβικών εμιράτων αν αναλογιστούμε την χαμηλή τιμή της μετοχής και το ασθενές αμερικανικό νόμισμα. Η επιχειρηματική δραστηριότητα ξένων εταιριών στις ΗΠΑ έχει ωστόσο και πλεονεκτήματα για την αμερικανική οικονομία. Όπως η αμερικανική τράπεζα Citigroup αντιμετώπιζε οικονομικές δυσκολίες έτσι και πολλές άλλες αμερικανικές επιχειρήσεις εξαρτώνται από οικονομικές ενισχύσεις του εξωτερικού για να επιζήσουν. «Οι επενδύσεις αυτές είναι ευπρόσδεκτες, λέει ο γερουσιαστής της Νέας Υόρκης Τσακ Σούμερ. Αυτός είναι ο πλέον ξεκάθαρος καπιταλισμός. Ζούμε σε μια παγκοσμιοποιημένη οικονομία όπου το κεφάλαιο δεν γνωρίζει σύνορα και περιορισμούς. Όσο μάλιστα τα κεφάλαια αυτά εγγυώνται θέσεις εργασίας στις ΗΠΑ, τόσο το καλύτερο για μας»
Τα πετροδόλαρα σωτηρία....
Δεν είναι όμως μόνο καλό είναι και αναγκαίο λένε οικονομικοί αναλυτές παραπέμποντας στην ασταθή αμερικανική οικονομία. Παραδείγματα υπάρχουν πολλά. Το Άμπου Ντάμπι διατηρεί εν ζωή την κλονισμένη εταιρία επεξεργαστών για υπολογιστές AMD. Τα πετροδόλαρα αποτελούν πλέον καθημερινότητα για πολλές αμερικανικές εταιρίες όπως η Pepsi, η Time Warner, η Procter & Gamble ή Walt Disney. 55% όλων των επενδύσεων στις ΗΠA πραγματοποιούνται από τις χώρες του κόλπου. Το συνολικό ποσό ανέρχεται στα 4 τρισεκατομμύρια δολάρια.
Επενδύσεις με πολιτική ατζέντα;
Αρκετοί αμερικανοί θέτουν όμως το ερώτημα για το ποιός βρίσκεται πίσω από τις αραβικές ή ασιατικές επενδυτικές εταιρίες. Σε πολλές περιπτώσεις όπως εκείνες του Άμπου Ντάμπι και της Κίνας πίσω από τις επιχειρήσεις βρίσκεται το κράτος, το οποίο εκπροσωπεί τα δικά του συμφέροντα. Ο αμερικανός γερουσιαστής Τσακ Σούμερ είναι ωστόσο αισιόδοξος: «Σίγουρα προκαλεί ανησυχία όταν βλέπουμε κυβερνήσεις, οι οποίες έχουν βέβαια πολιτικούς στόχους να ασκούν επιρροή σε οικονομικές αποφάσεις πολυεθνικών εταιριών. Μέχρι στιγμής όμως δεν έχει συμβεί κάτι τέτοιο».
Και πράγματι η αμερικανική πολιτική αντιδρά μόνον όταν πρόκειται για την εξαγορά ή τον έλεγχο της υποδομής ή ζητημάτων που άπτονται της ασφάλειας. Παράδειγμα η πώληση λιμανιών στο Ντουμπάι, ακόμα και αν καμιά αμερικανική επιχείρηση δεν προτίθεται να επενδύσει χρήματα στην προβληματική αμερικανική υποδομή.