75 χρόνια από την εισαγωγή του γερμανικού μάρκου
21 Ιουνίου 2023«Κάποιοι Γερμανοί αγαπούν το μάρκο περισσότερο κι από τη γυναίκα τους», έλεγε ο πρώην ομοσπονδιακός υπουργός Οικονομικών Τέο Βάιγκελ το 1997, περιγράφοντας με τον πλέον χαρακτηριστικό τρόπο τη στενή σχέση πολλών Γερμανών με το εθνικό τους νόμισμα. Το ευρώ μπήκε στην ζωή των Γερμανών εδώ και πάνω από 20 χρόνια. Το μάρκο είναι όμως κάπως ακόμη παρόν στη σκέψη κυρίως των μεγαλύτερων. Δεν είναι λίγοι εκείνοι που διερωτώνται, γιατί μια μπάλα παγωτό κοστίζει σήμερα περίπου 2 ευρώ, ενώ παλαιότερα μόλις 30 πφένιγκ. Το γερμανικό μάρκο έγινε σύμβολο του αποκαλούμενου «οικονομικού θαύματος» στην Γερμανία μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και έχει μετατραπεί πλέον σε γερμανικό μύθο.
Όταν το γερμανικό μάρκο εισήχθη στη Γερμανία στις ζώνες κατοχής που ήλεγχαν Αμερικανοί, Βρετανοί και Γάλλοι στις 21 Ιουνίου 1948, ένα περίπου χρόνο πριν ιδρυθεί η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας, τα ράφια των καταστημάτων γέμισαν εν μία νυκτί. Εν αναμονή της αντικατάστασης του μάρκου του Ράιχ έκρυψαν τα προϊόντα τους στις αποθήκες. Μέσα σε λίγα μόνο χρόνια το γερμανικό μάρκο καθιερώθηκε ως το δεύτερο πιο σημαντικό αποθεματικό και εμπορικό νόμισμα στον κόσμο μετά το αμερικανικό δολάριο.
Το μάρκο ως προάγγελος της γερμανικής Επανένωσης
Η νομισματική μεταρρύθμιση του 1948 ήταν αρχικά ένα σοκ για την γερμανική οικονομία, η οποία προσπαθούσε να ορθοποδήσει. Οι τραπεζικές αποταμιεύσεις συρρικνώθηκαν από τη μια στιγμή στην άλλη, μιας και η ανταλλαγή του μάρκου του Ράιχ με το γερμανικό μάρκο έγινε σε αναλογία 100 προς 6,50 μάρκα. Από την άλλη μισθοί, ενοίκια και φόροι μετατράπηκαν 1:1. Για να καλυφθούν πρώτες ανάγκες, κάθε πολίτης έλαβε 40 μάρκα και άλλα 20 μάρκα ένα μήνα αργότερα.
Η μεγαλύτερη πρόκληση για το γερμανικό μάρκο ήρθε δεκαετίες αργότερα κα μάλιστα λίγο μετά την Πτώση του Τείχους του Βερολίνου και την κατάρρευση του κράτους της Λαοκρατικής Δημοκρατία της Γερμανίας: «Αν έρθει το γερμανικό μάρκο μένουμε, αν δεν έρθει, θα πάμε να το βρούμε!», φώναζαν ανατολικογερμανοί διαδηλωτές το φθινόπωρο του 1989 ζητώντας στην ουσία την εισαγωγή του δυτικογερμανικού μάρκου και στην παραπαίουσα Λαοκρατική Δημοκρατία της Γερμανίας. Πριν καν υλοποιηθεί η Επανένωση των δύο Γερμανιών, Ανατολικής και Δυτικής, την 1η Ιουλίου του 1990 το γερμανικό μάρκο αντικαθιστούσε το ανατολικογερμανικό μάρκο με ισοτιμία 1:1.
Ο τότε καγκελάριος Χέλμουτ Κολ προώθησε την οικονομική και νομισματική ένωση των δύο Γερμανιών με συνοπτικές διαδικασίες παρά τις προειδοποιήσεις της αντιπολίτευσης, αλλά και της Ομοσπονδιακής Κεντρικής Τράπεζας.
Ο χρησμός της Πυθίας για το πιο «σκληρό» νόμισμα
Την Πρωτοχρονιά του 2002, δώδεκα χρόνια αργότερα, το γερμανικό μάρκο έδωσε τη θέση του στο ευρώ. Την ευφορία για το ενιαίο νόμισμα σε πλήθος ευρωπαϊκές χώρες διαδέχθηκε η απογοήτευση. Παρά τα επιχειρήματα των οικονομολόγων και ειδικών περί του αντιθέτου οι καταναλωτών είχαν την αίσθηση ότι οι τιμές από μάρκο σε ευρώ άλλαξαν 1:1, κι ας είχε το ευρώ διπλάσια αξία από το μάρκο.
Επιπλέον, πολλοί ήταν εκείνοι που εξέφραζαν τότε φόβους μήπως το ευρώ αποδειχθεί «μαλακό νόμισμα» αν προσχωρούσαν σε αυτό χώρες με αδύναμα εθνικά νομίσματα, όπως η Ελλάδα και η Ιταλία.Ο τότε καγκελάριος Χέλμουτ Κολ παραδέχονταν χρόνια αργότερα σε συνέντευξη ότι «αν είχαμε κάνει δημοψήφισμα για την εισαγωγή του ευρώ θα το είχαμε χάσει πιθανότατα».
Ποιο νόμισμα είναι τελικά πιο «σκληρό»: το γερμανικό μάρκο ή το ευρώ; Ο πρώην πρόεδρος της Μπούντεσμπανκ Χανς Τίτμαϊερ, ο οποίος απεβίωσε το 2016, είχε πει χαριτολογώντας στα τέλη της δεκαετίας του 1990 ότι απευθύνθηκε στο μαντείο των Δελφών ρωτώντας ποιο νόμισμα θα αποδεικνύονταν μακροπρόθεσμα πιο σταθερό. Η απάντηση ήταν «το γερμανικό μάρκο όχι το ευρώ». Η Πυθία ωστόσο δεν αποκάλυψε αν το κόμμα στη πρόταση μπαίνει πριν ή μετά το όχι.
Eπιμέλεια: Στέφανος Γεωργακόπουλος