Fake news στην προεκλογική Γερμανία;
10 Σεπτεμβρίου 2017Το μέγα σκάνδαλο δεν ξέσπασε ποτέ. Και πολλά συνηγορούν υπέρ του ότι δεν πρόκειται να κάνει την εμφάνισή του ούτε τις επόμενες 14 μέρες που απομένουν μέχρι τις ομοσπονδιακές εκλογές της 24ης Σεπτεμβρίου. Το αργότερο τότε θα μπορούν να πουν και οι πλέον ανήσυχοι και δύσπιστοι ότι οι γερμανικές εκλογές δεν επηρεάστηκαν από τα λεγόμενα fake news, στοχευμένες δηλαδή ψευδείς ειδήσεις. Και εκείνοι δε που φροντίζουν για τη διάδοσή τους θα συνειδητοποιήσουν απογοητευμένοι ότι τελικά το ψέμα έχει πάντα κοντά ποδάρια.
Παρότι οι λιγότεροι πιστεύουν ότι οι ψευδείς ειδήσεις θα μπορούσαν πραγματικά να επηρεάσουν ή και να κρίνουν το εκλογικό αποτέλεσμα στη Γερμανία, για μεγάλο διάστημα υπήρχε μεγάλη ανησυχία ότι μπορεί να συμβεί κάτι τρομακτικό. Οι φόβοι ότι στον κόσμο του ανεξέλεγκτου διαδικτύου τα fake news μπορούν να επηρεάσουν την κοινή γνώμη είναι φυσικά δικαιολογημένοι. Σε αυτό συνέβαλαν σε μεγάλο βαθμό και τα όσα συνέβησαν κατά τη διάρκεια του αμερικανικού προεκλογικού αγώνα το 2016. Λίγο πριν τις γερμανικές εκλογές όμως η κατάσταση έχει ηρεμήσει και στα στρατόπεδα των κομμάτων επικρατεί εφησυχασμός.
Τα κόμματα για τα fake news
Σε σχετικό ερώτημα που έθεσε η Deutsche Welle, το προεκλογικό επιτελείο των Χριστιανοδημοκρατών απάντησε ότι φυσικά και παρακολουθούν με πολύ μεγάλη προσοχή με ποιο τρόπο και πού ακριβώς κάνουν την εμφάνισή τους ψευδείς ειδήσεις στο ίντερνετ. «Δεδομένου όμως ότι πολλές από αυτές τις ψευδείς ειδήσεις κάνουν την εμφάνισή τους σε σχετικά κλειστές κοινωνικές ομάδες, δεν θα πρέπει να υπερτιμήσουμε την επιρροή τους», λένε στο αρχηγείο της CDU, τονίζοντας την ίδια ώρα ότι δεν θα πρέπει να φτάνει κανείς στο άλλο άκρο και να υποτιμά το ζήτημα. Τα fake news, όπως λένε, βλάπτουν τη δημοκρατική κουλτούρα του διαλόγου, ειδικά σε προεκλογικές περιόδους και «προκαλούν δυσπιστία και ανασφάλεια στους πολίτες».
Σε αντίθεση με άλλα κόμματα πάντως το Χριστιανοδημοκρατικό δεν σχολιάζει μεμονωμένα περιστατικά ή μέτρα που ενδεχομένως λαμβάνει. Διαφορετική στρατηγική ακολουθεί η πολιτικός των Πρασίνων Ρενάτε Κιούναστ, η οποία υπέβαλε μήνυση όταν το 2016 έπεσε θύμα ψευδούς είδησης. Συγκεκριμένα και μετά τη δολοφονία φοιτήτριας στο Φράιμπουργκ της αποδόθηκε η εξής ψευδής δήλωση: «Ο τραυματισμένος νεαρός πρόσφυγας μπορεί να σκότωσε, παρόλα αυτά όμως πρέπει να τον βοηθήσουμε».
Στη βάση της λογικής ότι η επίθεση είναι η καλύτερη άμυνα οι Πράσινοι προτιμούν σε περιπτώσεις ψευδών ειδήσεων να βγουν στην αντεπίθεση. Αυτό επιτυγχάνεται ασκώντας δημοσίως πιέσεις και σχολιάζοντας για παράδειγμα την ψευδή είδηση στο facebook ή στο twitter, με αποτέλεσμα οι ηθικοί αυτουργοί να σβήνουν τις περισσότερες φορές τις επίμαχες αναρτήσεις. Την ίδια πολιτική ακολουθούν και οι Σοσιαλδημοκράτες, που όμως δεν αποκαλύπτουν περισσότερα στοιχεία της στρατηγικής τους.
Το ζήτημα παρακολουθεί πολύ στενά και το προεκλογικό επιτελείο της Αριστεράς. «Σε ό,τι μας αφορά, τα fake news είναι σχεδόν ανύπαρκτα», λέει ο εκπρόσωπος του κόμματος Τόμας Λομάγερ.
Ο πόλεμος του Ιράκ και η σέλφι της Μέρκελ
Ένα από τα γνωστότερα fake news της ιστορίας, λέει ο ίδιος, ήταν ο ισχυρισμός του τότε αμερικανού υπουργού Εξωτερικών Πάουελ, το 2003 ενώπιον του ΣΑ του ΟΗΕ, ότι ο Σαντάμ Χουσεΐν διέθετε όπλα μαζικής καταστροφής. Σε αυτό τον ισχυρισμό βασίστηκε η αμερικανική επέμβαση στο Ιράκ. Αργότερα αποκαλύφθηκε ότι ο Πάουελ είχε στηριχθεί σε λάθος πληροφορίες των μυστικών υπηρεσιών, οι οποίες με τη σειρά τους βασίστηκαν στις πληροφορίες ενός ιρακινού μυστικού πράκτορα, τις οποίες όμως ουδέποτε διασταύρωσαν.
Ένα από τα πιο γνωστά παραδείγματα ψευδούς είδησης στη Γερμανία αφορά την περιβόητη σέλφι της καγκελαρίου Μέρκελ με έναν πρόσφυγα. Η φωτογραφία η οποία είναι φυσικά αληθινή δημοσιεύθηκε ξανά μετά τις τρομοκρατικές επιθέσεις στις Βρυξέλλες με την ψευδή είδηση ότι ο εικονιζόμενος πρόσφυγας ήταν ένας από τους δράστες.
Μαρσέλ Φύρστεναου / Κώστας Συμεωνίδης