Spiegel: Ο Νετανιάχου ποντάρει στον χρόνο
8 Φεβρουαρίου 2024Την περασμένη Τρίτη (6 Φεβρουαρίου) ο εκπρόσωπος του ισραηλινού στρατού ανακοίνωσε τον θάνατο 31 εκ των ομήρων που κρατάει η Χαμάς.
«Τα νέα αυτά είναι πολύ άσχημα για τον πρωθυπουργό του Ισραήλ Μπενιαμίν Νετανιάχου: διότι μπορεί να είναι βέβαιος πως η πίεση του λαού προς τον ίδιο και την κυβέρνησή του θα αυξηθεί», παρατηρεί το Spiegel Online. «Επιπλέον, πολλοί απ’ όσους συμμετέχουν στις διαδηλώσεις είναι πεπεισμένοι πως για την κυβέρνηση ο πόλεμος εναντίον της Χαμάς είναι σημαντικότερος από τη διάσωση των ομήρων».
Ωστόσο «η απελευθέρωση ομήρων θα ήταν πιθανώς δυνατή μονάχα εάν ο Νετανιάχου ήταν έτοιμος να πληρώσει ένα πολύ υψηλό αντίτιμο», καθώς τα αιτήματα που διατύπωσε η Χαμάς στις τελευταίες διαπραγματεύσεις για εκεχειρία θα σήμαιναν πως η οργάνωση «ακόμη κι αν έχει υποστεί πολλές απώλειες, θα παρέμενε στην εξουσία στη Γάζα. Και το Ισραήλ θα έβγαινε χαμένο – τουλάχιστον στο ηθικό κομμάτι. Εξ ου και ο Νετανιάχου ούτε μπορεί, ούτε και θέλει να συμφωνήσει στα πρόσφατα αιτήματα της Χαμάς». Εξάλλου, οι ακροδεξιές παρατάξεις του ισραηλινού κυβερνητικού συνασπισμού δεν δέχονται μία συμφωνία για εκεχειρία. Το γεγονός αυτό όμως «περιορίζει σε πολύ μεγάλο βαθμό τις κινήσεις του Νετανιάχου ενόψει της συνέχειας των διαπραγματεύσεων».
Για τον Νετανιάχου «το σημαντικότερο είναι να παραμείνει στην εξουσία», σχολιάζει το γερμανικό μέσο. «Η αποχώρηση των δύο δεξιών θρησκευτικών κομμάτων από τον κυβερνητικό συνασπισμό δεν θα σήμαινε μονάχα το τέλος της παρούσας κυβέρνησης, αλλά πιθανώς και το οριστικό πολιτικό τέλος του ιδίου του Νετανιάχου». Με τη δημοτικότητά του σε καθοδική πορεία «ο Ισραηλινός πρωθυπουργός προσπαθεί να κερδίσει χρόνο. Και σύμφωνα με τους επικριτές του επιδιώκει σκοπίμως να παρατείνει τον πόλεμο, για να σώσει το τομάρι του».
Ολλανδία: Θα καταφέρει να κυβερνήσει ο Βίλντερς;
Τέλος στις διαπραγματεύσεις στην Ολλανδία για τη διαμόρφωση ενός τετρακομματικού κυβερνητικού συνασπισμού με παρατάξεις δεξιά του πολιτικού κέντρου. Οι συζητήσεις προς το παρόν μπαίνουν σε παύση κατόπιν απόφασης του Πίτερ Ομτσίχ, πρώην χριστιανοδημοκράτη και ηγέτη του νεοσύστατου κόμματος NSC, εξαιτίας της μη συμφωνίας στα δημοσιονομικά ζητήματα.
Η εξέλιξη αυτή πάντως «δεν συνεπάγεται πως ο Γκερτ Βίλντερς δεν θα κυβερνήσει», γράφει η Tagesspiegel. «Διότι ο Ομτσίχ φαίνεται διατεθειμένος να ανεχτεί μία κυβέρνηση μειοψηφίας υπό τον Βίλντερς – και αυτό φαίνεται πως θα συμβεί.
Μία κεντρώα και αριστερά κυβέρνηση θα ήταν θεωρητικά εφικτή, πολιτικά όμως όχι, δεδομένου ότι θα ακύρωνε τη βούληση των ψηφοφόρων. […] Πόσο καιρό θα μπορούσε να έχει επιτυχία ένα τέτοιο εγχείρημα, από τη στιγμή που θα ήθελαν να κυβερνήσουν οι χαμένοι των εκλογών, ενώ ο νικητής θα έμενε στο περιθώριο;»
Στη δε περίπτωση που διεξαχθούν νέες εκλογές ο κερδισμένος θα ήταν μάλλον ο Βίλντερς: «το γεγονός ότι οι διαπραγματεύσεις για τη διαμόρφωση ενός συνασπισμού κρατούν τόσο πολύ δεν είναι κάτι που οι ψηφοφόροι καταλογίζουν στον Βίλντερς. Από τις εκλογές κι έπειτα το κόμμα του έχει ενισχυθεί περαιτέρω βελτιώνοντας τη δημοτικότητά του από το 24% στο 32%».
Πάντως η πρόθεση του Ομτσίχ να ανεχθεί μία κυβέρνηση μειοψηφίας δεν προκαλεί έκπληξη. «Στο προεκλογικό του πρόγραμμα ο Ολλανδός πολιτικός είχε ταχθεί υπέρ τέτοιου είδους πειραμάτων, μιας και αυτά θα μπορούσαν να ανανεώσουν την πολιτική κουλτούρα», υπενθυμίζει η Süddeutsche Zeitung.
Όμως «η προσέγγιση του Ομτσίχ ενέχει ρίσκο, δεν του κοστίζει μόνο από τη συμπάθεια πολιτικών με τους οποίους θα μπορούσε να συνεργαστεί, αλλά και των ιδίων των ψηφοφόρων του, η συντριπτική πλειοψηφία εκ των οποίων υποστηρίζει τη συνεργασία με τον Βίλντερς σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις. Από την άλλη πλευρά βέβαια παραμένει πιστός στις αρχές του, γεγονός που θα μπορούσε να του αποφέρει θετικά αποτελέσματα μακροπρόθεσμα».
«Η ΕΕ να θέσει υψηλότερους κλιματικούς στόχους»
Μέχρι το 2040 η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θέλει να μειώσει τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου της Ε.Ε. κατά 90% συγκριτικά με το 1990. Στην tageszeitung διαβάζουμε: «Το εν λόγω ποσοστό ακούγεται μεγάλο – σχεδόν σαν την πλήρη απεξάρτηση από τον άνθρακα. Όμως αυτό θα το επιδιώξει η Ένωση μία ακόμη δεκαετία αργότερα. Τόσος χρόνος για τις λίγες ποσοστιαίες μονάδες που θα απομένουν; Το πρόβλημα είναι πως αυτές είναι οι δυσκολότερες να αντιμετωπιστούν».
Ως εκ τούτου η εφημερίδα του Βερολίνου εκτιμά πως «η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα έπρεπε να είναι πιο θαρραλέα. Θα ήταν προτιμότερο να είχε προτείνει υψηλότερους στόχους για το 2040, δηλαδή έναν στόχο ύψους 95%, […] τον οποίο θα έπρεπε να υποστηρίξει με ένα ακόμη πρακτικό βήμα: την εγκατάλειψη του άνθρακα, του φυσικού αερίου και του πετρελαίου».
Ακριβώς αυτό θα πρέπει να ζητήσει η γερμανική κυβέρνηση, όταν ξεκινήσουν σύντομα οι διαβουλεύσεις μεταξύ των κρατών-μελών επί της προτάσεως της Επιτροπής. «Θα το πράξει όμως; Η Γερμανία έχει και η ίδια θέσει μία ημερομηνία για την εγκατάλειψη του άνθρακα, αλλά όχι και για το φυσικό αέριο. […] Ταυτοχρόνως στρέφεται σε λύσεις όπως η τεχνολογία CCS, που επιτρέπει τη διοχέτευση των εκπομπών στο υπέδαφος αντί αυτές να εκλύονται στην ατμόσφαιρα. […] Όμως αυτές δεν είναι πραγματικές λύσεις: τέτοιες μέθοδοι δεν έχουν δοκιμαστεί σε μεγάλη κλίμακα και είναι εξαιρετικά κοστοβόρες. Γι' αυτό και θα έπρεπε να καταφεύγει κανείς σε αυτές μόνο όταν δεν υπάρχει πραγματικά καμία άλλη λύση», καταλήγει η taz.