SZ: Αβίωτη η ζωή στη Γάζα
7 Φεβρουαρίου 2024«Από το μακελειό της Χαμάς στις 7 Οκτωβρίου και την έκρηξη του πολέμου στη Γάζα η εκδίωξη των Παλαιστινίων βρίσκεται στα ζητούμενα των ριζοσπαστικών ισραηλινών κύκλων», σχολιάζει η Süddeutsche Zeitung με τίτλο «Η ιδέα των ζηλωτών για εκδίωξη των Παλαιστινίων». Η εφημερίδα παρατηρεί: «Ευτυχώς, σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις, δεν υπάρχει πλειοψηφία στο Ισραήλ υπέρ τέτοιων σχεδίων. Ούτε η πλειονότητα των Ισραηλινών επιθυμεί επιστροφή των εποίκων στη Γάζα.
Η εκδίωξη θυμίζει τη Νάκμπα, την καταστροφή των Παλαιστινίων. Το 1948, 800.000 Άραβες αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν το τμήμα της Παλαιστίνης που αποτελεί σήμερα το κράτος του Ισραήλ. Στο μεταξύ αρχίζει να παίρνει μορφή ένα είδος νέας Νάκμπα, διότι μια εκδίωξη δεν γίνεται μόνο υπό την απειλή όπλου. Μπορεί να πραγματοποιηθεί αργά και σταδιακά: Αν, για παράδειγμα, το Ισραήλ επιδεινώσει τις συνθήκες διαβίωσης σε τέτοιο βαθμό ώστε μέρος των Παλαιστινίων αναγκαστεί να εγκαταλείψει τη Λωρίδα της Γάζας για να επιβιώσει.
Το Ισραήλ κάνει ελάχιστα για να επιτρέψει στους 2,3 εκατομμύρια ανθρώπους στο νότιο τμήμα της Λωρίδας να ζήσουν αξιοπρεπή ζωή. Η μαζικότητα των βομβαρδισμών, η καταστροφή περίπου του 50% του ζωτικού χώρου και πολλών αγροτικών εκτάσεων μιλούν από μόνα τους. Μια ζωή στη Γάζα καθίσταται έτσι εκ των πραγμάτων αδύνατη.
Όταν τελειώσει ο πόλεμος θα πρέπει να βρεθεί μια λύση, η οποία όμως δεν θα είναι εφικτή όσο το Ισραήλ μποϊκοτάρει συστηματικά τη δημιουργία δύο κρατών. Μετά την τρομοκρατική επίθεση της 7ης Οκτωβρίου η αλληλεγγύη προς το Ισραήλ ήταν αυτονόητη. Τέσσερις μήνες αργότερα ωστόσο είναι δύσκολο να αποδεχτούμε πλέον αυτόν τον τρόπο αντίδρασης. Εννοείται ότι κάθε κράτος έχει δικαίωμα στην αυτοάμυνα. Μια στρατιωτική επιχείρηση με τόσο πολλά θύματα, και μάλιστα χωρίς να επιτυγχάνει τους προκαθορισμένους στόχους της, εγείρει ωστόσο ζήτημα αναλογικότητας. Τίθεται κατά συνέπεια ένα ερώτημα για το αν υπάρχει και άλλος στόχος εκτός από την καταστροφή της Χαμάς: η υφέρπουσα εκδίωξη των Παλαιστινίων. Εναπόκειται στο Ισραήλ να διαλύσει αυτή την υποψία».
Μείωση επιτοκίου της ΕΚΤ βλέπει ο ισπανός κεντρικός τραπεζίτης
«Η επόμενη κίνηση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας θα είναι μια μείωση επιτοκίων, δηλώνει ο επικεφαλής της ισπανικής κεντρικής τράπεζας Πάμπλο Χερνάντεθ δε Κος», γράφει η Handelsblatt με τίτλο «Αισιόδοξος για μείωση του επιτοκίου της ΕΚΤ ο ισπανός κεντρικός τραπεζίτης». Η οικονομική εφημερίδα σημειώνει: «Σε εκδήλωση στην Κύπρο την Τρίτη, το μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου της ΕΚΤ, δήλωσε ότι ‘είναι σημαντικό για τους ευρωπαίους πολίτες να γνωρίζουν ότι είμαστε αισιόδοξοι πως το επόμενο βήμα θα είναι μια μείωση‘. Ο Πάμπλο Χερνάντεθ δε Κος προσέθεσε ωστόσο ότι είναι συνετό να παραμένει ασαφές το χρονοδιάγραμμα.
Κατά την άποψη του επικεφαλής της κεντρικής τράπεζας της Κροατίας Μπόρις Βούιτσιτς, η ΕΚΤ δεν θα πρέπει να βιαστεί με τη μείωση των επιτοκίων. Σε χθεσινή συνέντευξη, το μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου δήλωσε ότι θα ήταν προτιμότερο για την αξιοπιστία της ευρωτράπεζας να διασφαλίσει πρώτα ότι ο πληθωρισμός έχει τεθεί πλήρως υπό έλεγχο. Ο κροάτης κεντρικός τραπεζίτης παρέπεμψε μάλιστα σε έγγραφο του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, το οποίο προειδοποιεί ότι συχνά οι κεντρικές τράπεζες μιλούν υπερβολικά πρόωρα για νίκη επί του πληθωρισμού».
Ο Κάρολος έχει ίσως την ευκαιρία να αφήσει το στίγμα του
«Μετά τον θάνατο της βασίλισσας Ελισάβετ μεσολάβησε μόλις ενάμισης χρόνος για να απασχολήσει ξανά τη διεθνή κοινή γνώμη μια ενδεχόμενη διαδοχή στον θρόνο του Ηνωμένου Βασιλείου», σχολιάζει η Frankfurter Allgemeine Zeitung με τίτλο «Ευχέρεια κινήσεων». Η είδηση ότι οι γιατροί διαπίστωσαν "μια μορφή καρκίνου" στον Κάρολο Γ΄ απηχεί τη στάση του μονάρχη, ο οποίος θέλει τον θεσμό της βασιλείας κατάλληλα προετοιμασμένο για τον 21ο αιώνα.
Με τη διαδοχή στον Οίκο των Ουίνδσορ διασφαλισμένη για τουλάχιστον δύο ακόμη γενιές, κανείς δεν χρειάζεται να ανησυχεί για μια ενδεχόμενη συνταγματική κρίση. Αν τα πράγματα εξελιχθούν όπως υπονοεί ο βρετανός πρωθυπουργός Ρίσι Σούνακ, η ασθένεια εντοπίστηκε έγκαιρα ώστε ο βασιλιάς να αναρρώσει πλήρως στο άμεσο μέλλον. Τότε θα είχε την ευκαιρία να αφήσει το στίγμα του στη βρετανική βασιλεία. Σε διαφορετική περίπτωση θα μπορούσε να χαρακτηριστεί τραγική φιγούρα, ανεξάρτητα από τη στάση του καθενός απέναντι στον θεσμό της μοναρχίας».