Tα «ασυγχώρητα εγκλήματα» της Γαλλίας κατά Αλγερινών
17 Οκτωβρίου 2021Με αφορμή την 60ή επέτειο της Σφαγής του Παρισιού θύματα μιλούν στη γαλλική τηλεόραση. «Τότε οι αστυνομικοί ξεκίνησαν μια αιματοχυσία με ό,τι κρατούσαν στα χέρια τους, από σιδερένιες ράβδους μέχρι γκλοπ» θυμάται ο Σάαντ Ουζενέ. Ήταν ένας από τους 30.000 Αλγερινούς διαδηλωτές που βγήκαν στους δρόμους του Παρισιού στις 17 Οκτωβρίου 1961 για να διαδηλώσουν ειρηνικά, μετά από πρωτοβουλία του Μετώπου Εθνικής Απελευθέρωσης της Αγλερίας.
Αφορμή ήταν η νυχτερινή απαγόρευση κυκλοφορίας σε Γάλλους μουσουλμάνους που είχε επιβάλει η γαλλική αστυνομία. Η διαδήλωση κατέληξε σε τραγωδία.
Οι ιστορικές πηγές κάνουν λόγο είτε για δεκάδες είτε για αρκετές εκατοντάδες νεκρούς, που πνίγηκαν στον Σηκουάνα, πυροβολήθηκαν ή σκοτώθηκαν από Γάλλους αστυνομικούς. Πάνω από δέκα χιλιάδες διαδηλωτές συνελήφθησαν.
Μακρόν: «Ασυγχώρητα εγκλήματα»
Μία μέρα πριν από την 60ή επέτειο ο Γάλλος πρόεδρος Εμμανουέλ Μακρόν καταδίκασε με ανακοίνωση του Μεγάρου των Ηλυσίων τις αποτρόπαιες πράξεις εκείνης της ημέρας, κάνοντας λόγο για «ασυγχώρητα εγκλήματα για τη δημοκρατία». Η Γαλλία αναγνωρίζει έτσι την ευθύνη της. Ο πρόεδρος Μακρόν έδωσε το παρών σε εκδήλωση μνήμης κοντά στο Παρίσι. Έγινε έτσι ο πρώτος Γάλλος πρόεδρος που παρευρέθηκε στις εκδηλώσεις μνήμης της 17ης Οκτωβρίου. Ωστόσο μέχρι σήμερα υπάρχουν πολλά αναπάντητα ερωτήματα γύρω από αυτό το μελανό ιστορικό κεφάλαιο.
Ο 78χρονος ιστορικός Ετιέν Φρανσουά θυμάται ότι εκείνη την ημέρα δεν βγήκε τίποτα στη δημοσιότητα. Ως φοιτητής τότε στο Πανεπιστήμιο της Νανσί δεν έμαθε τα τραγικά νέα από τα γαλλικά ΜΜΕ αλλά από έναν καθηγητή του: «Γνωρίζαμε από τον πόλεμο στην Αλγερία ότι εκεί οι συνθήκες ήταν άγριες και σκληρές, αλλά ότι όλα αυτά θα επηρέαζαν τη Γαλλία και θα έφταναν μέχρι την πρωτεύουσα ήταν κάτι αδιανόητο». Γεγονός είναι πάντως ότι οι υπαίτιοι της αιματοχυσίας δεν λογοδότησαν ποτέ. Αντιθέτως, ο τότε υπ. Εσωτερικών Ροζέ Φρε ορίστηκε πρόεδρος του Γαλλικού Συνταγματικού Συμβουλίου, ενώ ο διοικητής της αστυνομίας του Παρισιού Μορίς Παπόν, που φέρεται να έδωσε τις διαταγές εκείνη τη μέρα, διορίστηκε υπ. Οικονομικών το 1970 από τον πρόεδρο Βαλερί Ζισκάρ ντ’ Εστέν.
Οι γαλλικές ευθύνες δεν έχουν ακόμη αποδοθεί
Μετά την ανεξαρτητοποίηση της Αλγερίας το 1962, υπήρξε η επιθυμία στη γαλλική κοινωνία να «ξεχαστεί το χάος του πολέμου της Αλγερίας» εξηγεί ο ιστορικός Φαμπρίς Ρισεπουτί. Ο πόλεμος της Αλγερίας υπάρχει ως κεφάλαιο στα σχολικά εγχειρίδια ιστορίας εδώ και μόλις είκοσι χρόνια, ενώ ακόμη τίποτα δεν λέγεται για τη βίαιη κατάκτηση της Αλγερίας από τη Γαλλία το 1830. Ο Ρισεπουτί ανήκει σε ομάδα ιστορικών, πολιτικών και ακτιβιστών που ζητούν από τον πρόεδρο Μακρόν να αναγνωρίσει τη Σφαγή του Παρισιού ως κρατικό έγκλημα. «Πιστεύω ότι ένας τέτοιος χαρακτηρισμός θα ήταν χρήσιμος, διότι ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα της αιματοχυσίας» εκτιμά ο Ετιέν Φρανσουά. Ο Εμμανουέλ Μακρόν έχει επικρίνει την αποικιοκρατία όσο κανένας άλλος Γάλλος πρόεδρος. Σε επίσκεψή του στο Αλγέρι το 2017 είχε κάνει λόγο για «έγκλημα κατά της ανθρωπότητας» αναφερόμενος στην περίοδο εκείνη. Ωστόσο οι σχέσεις των δύο χωρών επιδεινώθηκαν πρόσφατα μετά από μια συζήτηση του Γάλλου προέδρου με μαθητές-απογόνους θυμάτων του πολέμου στην Αλγερία. Εκεί είπε ότι ο επίσημος δημόσιος λόγος στην Αλγερία για την 17η Οκτωβρίου «δεν βασίζεται στην αλήθεια» αλλά «στο μίσος κατά της Γαλλίας».
Σύμφωνα με ιστορικούς περίπου 7 εκατομμύρια Γάλλοι που ζουν στη Γαλλία συνδέονται με την Αλγερία – είτε ως απόγονοι Αλγερινών είτε ως απόγονοι Γάλλων που ζούσαν στην Αλγερία μέχρι την ανεξαρτησία της χώρας.Ο ιστορικός Ετιέν Φρανσουά θεωρεί ότι η Γαλλία και η Αλγερία θα πρέπει να προσπαθήσουν να κατανοήσουν η μια την άλλη: «Η σχέση των δύο χωρών στο παρελθόν και το παρόν είναι τόσο βαθιά, ώστε μπορεί κανείς να πει ότι και οι διαφορές μεταξύ τους τελικά δεν είναι τόσο μεγάλες». Ως ένα πρώτο βήμα μπορεί να εννοηθεί η σύσταση της επιτροπής ιστορικής διερεύνησης της γαλλικής αποικιοκρατίας και του πολέμου της Αλγερίας, στην οποία προεδρεύει ο διάσημος Γαλλο-Αγλερινός ιστορικός Μπενζαμίν Στορά.
Αντρέας Νολ
Επιμέλεια: Δήμητρα Κυρανούδη